Σάββατο 16 Αυγούστου 2025

~ * ΜΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΣΤΟΝ ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΩΚΕΑΝΟ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ....* ~

 



~ * Ένας ολάκερος ωκεανός, μια θάλασσα συναισθημάτων πού σκάει στα πόδια σου σαν κύμα κι εσύ χάνεσαι στο βάθος τους κι αναρρωτιεσαι που είσαι, ποιος είσαι, τι κάνεις. Μεσα σ' αυτήν την θάλασσα θα χαθώ κομμάτι κομμάτι, αποδομώντας καθε στάδιο της ζωής, της όποιας ζωής, συνειδητής ή ασυνείδητης, παρούσας ή απούσας, ονειρικής ή μη ονειρικής.

Κάθομαι σ ενα παγκάκι μπροστά στην παραλία με το κύμα να σκάει στα πόδια μου παλφάζοντας κι έναν κοκκινοχρυσο Ήλιο στον ορίζοντα έτοιμος να χαθεί κι αυτός στα βάθη της θάλασσας. Ούτε κι εγώ ξέρω πως έφτασα εκεί, πόσες ώρες καθόμουν στο παγκάκι, μια παλιά βαλίτσα ειχα δίπλα μου μιας άλλης εποχής, την κοίταξα μ ένα θλιμμένο χαμόγελο και χτύπησα ελαφρά τη ράχη της.

Μία απέραντη θλίψη με πλημμύρισε, μαζί με μια πίκρα για την ζωή μου όλη. Χαμογέλασα ξανά, κάθε ήχος της θάλασσας και μια ανάμνηση, κάθε παλφασμός που έσκασε απο το κύμα στα πόδια μου κι ενας άνθρωπος. Κάποιος ήρθε για να πάρει, κάποιος για να πληγώσει, κάποιος για να αυτοπραγματωθεί, κάποιος για να ξεσπάσει, και σε καθε κύμα που ερχόταν άκουγες κι ένα πλαφ...πλαφ.

Μία απέραντη θάλασσα κι όμως κανένας δεν ήξερε ή δεν ήθελε να αγαπήσει το βάθος σου, κανένας να σε δεί στην ολότητα σου σαν θάλασσα, όλοι πρόβαλλαν κομμάτια του εαυτού τους πάνω σου, σ έναν καθρευτισμό, μια αντανάκλαση της θάλασσας που έκρυβες μέσα σου.

Γύρισα, κοίταξα την βαλίτσα δίπλα μου και την άνοιξα, μια πίκρα ανέβηκε στα χείλη μου, άπλωσα το χέρι κι άρχισα να βγάζω μία μία εκείνες τις στιγμές που ήμουν παρών στην ζωή των ανθρώπων και με κάθε παλφασμό του κύματος στα πόδια μου, κάποιο απο ολα αυτά τα έπαιρνε, απιστίες, προσβολές, απαξίωση, αχαριστία, εγωισμους, πληγές, φόβους, διωγμούς και κάθε που έσκασε το κύμα στα πόδια μου τα έπαιρνε μακριά ένα ένα. Με δάκρυα στα μάτια άρχισα να αναρωτιέμαι τελικά τι κέρδισα απο όλα αυτά, που με οδήγησαν και που θα με οδηγήσουν στο μέλλον. Κοίταξα τον ορίζοντα μπροστά μου, ο Ήλιος κόντευε πια να χαθεί στα βάθη της θάλασσας, εκείνης της θάλασσας των συναισθημάτων μου που εκτείνονταν στον απέραντο ωκεανό, κοίταξα την βαλίτσα μου, την έπιασα και την πέταξα κι εκείνη στην θάλασσα λίγο πρίν το τελευταίο φως του ήλιου χαθεί στην απεραντοσύνη του ωκεανού. Πήρα βαθιές αναπνοές, σκούπισα τα μάτια μου και ειπα στον εαυτό μου, Ποτε ποια ξανά!!! και συνέχισα να ακούω τους ήχους της θάλασσας, να απολαμβάνω τη γαλήνη της, να νιώθω τον παλφασμό των κομμάτων στα πόδια μου κι ενα χαμόγελο ανακούφισης χαράχτηκε στα χείλη μου.

Καθε παλφασμός πιά κι ενας νέος άνθρωπος έρχεται, κάθε παλφασμός ένα νέο αύριο ξημερώνει, κάθε παλφασμός μία καινούργια κατάσταση ξεκινά.

Σήκωσα τα μάτια στον ουρανό, τα πρώτα άστρα πια ξεπρόβαλλαν.....* ~

 

Γραμμένο απο: Αθανασία ~ Μυρσίνη

 











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου