Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

~ * Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ * ~


Ηφαιστειακό Σύμπλέγμα των Πιτόν




Το Ηφαιστειακό Σύμπλέγμα των Πιτόν (Pitons) είναι ένα Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς που βρίσκεται στην Αγία Λουκία. Οι κορυφές έχουν ύψος 770 και 743 μέτρα αντίστοιχα και συνδέονται με το φαράγγι Piton Mitan.

Βρίσκονται κοντά στις πόλεις Soufriere και Choiseul στην νοτιοδυτική ακτή του νησιού, οι κάτοικοι του οποίου τα έχουν ονομάσει "Gros Piton" (Μεγάλο Πιτόν) και "Petit Piton" (Mικρό Πιτόν).

Τα Πιτόν αποτελούν το σύμβολο της Αγίας Λουκίας και απεικονίζονται στην σημαία της, ενώ και η ντόπια μπύρα της Αγίας Λουκίας φέρει το όνομά τους.


Μέμφις (Αίγυπτος)

Η Μέμφις ήταν η αρχαία πρωτεύουσα της Κάτω Αιγύπτου, και του Παλαιού Βασιλείου της Αιγύπτου από τη θεμελίωσή της έως το 1300 Π.Κ.Ε./π.Χ.. Το αρχαίο αιγυπτιακό της όνομα ήταν Ίνεμπ χεντζ («Τα Λευκά Τείχη»). Το όνομα Μέμφις είναι ελληνική μεταγραφή του αιγυπτιακού ονόματος της πυραμίδας του Πέπι Α', Μεν-νεφέρ, που έγινε Μένφε στην Κοπτική. Οι σύγχρονες πόλεις Μιτ Ραχίνα, Ντασούρ, Σακκάρα, Αμουζίρ, Αμπού Γκοράμπ και Ζογυέτ ελ'Αρύαν, νότια του Καΐρου, βρίσκονται όλες στη διαχειριστική επικράτεια της ιστορικής Μέμφιδας (29°50′58.8″N, 31°15′15.4″E).Η πόλη ήταν επίσης γνωστή στην Άνω Αίγυπτο ως Ανκ Ταουΐ («Αυτή που συνδέει τις δύο Χώρες»), γεγονός που υποδεικνύει της στρατηγική θέση της πόλης ανάμεσα στην Άνω και την Κάτω Αίγυπτο. Τα ερείπιά της βρίσκονται 19 χλμ (νότια του Καΐρου, στη δυτική όχθη του Νείλου.

Ιστορία

Η πόλη ιδρύθηκε περί το 3100 ΠΚΕ από τον Μήνη, που ένωσε τα δύο βασίλεια της Αιγύπτου. Με πληθυσμό, που εκτιμάται στους 30.000 περίπου κατοίκους είναι η μεγαλύτερη ανθρώπινη εγκατάσταση από εποχής της ίδρυσής της έως το 2250 ΠΚΕ και από το 1557 έως το 1400 ΠΚΕ.

Η παράδοση αναφέρει ότι ο Μήνης ίδρυσε την πόλη χτίζοντας αναχώματα για να προστατέψει την περιοχή από τις πλημμύρες του Νείλου. Ήταν τόσο κυρίαρχη η παρουσία της πόλης στην ακμή της, ώστε οι σύγχρονοι ιστοριογράφοι έδωσαν το όνομά της σε μια ολοκληρη περίοδο. Έγινε κοσμοπολιτικό κέντρο και όταν την επισκέφθηκε ο Ηρόδοτος τον 5ο αιώνα ΠΚΕ, στην περίοδο της περσικής διακυβέρνησης, βρήκε εκεί πολλούς Έλληνες, Ιουδαίους, Φοίνικες και Λίβυους ανάμεσα στον γηγενή πληθυσμό.

Η Μέμφις έφθασε στον κολοφώνα της κατά την περίοδο της 6ης δυναστείας ως λατρευτικό κέντρο του Πτα. Παρήκμασε σύντομα μετά τη 18η δυναστεία με την ταυτόχρονη άνοδο των Θηβών. Η λάμψη της αναζωογονήθηκε για ένα διάστημα υπό τους Πέρσες σατράπες πριν περάσει οριστικά σε δεύτερη μοίρα μετά την ίδρυση της Αλεξάνδρειας. Στη ρωμαϊκή περίοδο η Αλεξάνδρεια παρέμεινε σημαντικότερη, υπερσκελίζοντας την αρχαία πόλη.

Ως δεύτερη πόλη της Αιγύπτου παρέμεινε έως της ίδρυσης της Φουστάτ (ή Φοστάτ) το 641. Κατόπιν εγκαταλείφθηκε και έγινε πηγή πέτρας για τις περιβάλλουσες εγκαταστάσεις. Ακόμα και κατά τον 12ο αιώνα ήταν ένα εντυπωσιακό σύνολο ερειπίων, από τα οποία όμως σύντομα έμειναν σκορπισμένοι λίθοι.

Σε αυτόν τον τόπο αποκαλύφθηκαν τα ερείπια του ναού του Πτα και του Άπι καθώς και λίγα αγάλματα, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται και δύο αλαβάστρινα αγάλματα του Ραμεσή Β'. Η νεκρόπολις της Σακκάρα βρίσκεται κοντά στη Μέμφιδα.

Ο αιγύπτιος ιστορικός Μανέθων αναφέρθηκε στην Μέμφιδα με τον προσδιορισμό Χι-Κου-Π'τα («Ο τόπος στον οποίο κατοικεί η Ψυχή ή Κα του Πτα»), τον οποίο μετέγραψε στα Ελληνικά ως Aί γυ πτoς, παραδίδοντας έτσι το ελληνικό Αίγυπτος και το λατινικό AEGYPTVS. Πιστεύεται ότι και το όνομα Κόπτης προέρχεται πιθανώς ετυμολογικά από το ίδιο όνομα. Στη Βίβλο η Μέμφις ονομάζεται Μωφ ή Νωφ.

Η νεκρόπολις

Αν η Μέμφις παραδόθηκε στην άμμο της ερήμου η νεκρόπολις σε μεγάλο βαθμό προστατεύθηκε από τις θίνες και τις φερτές ύλες. Οι πυραμίδες του Παλαιού και του Μέσου Βασιλείου σχηματίζουν μια αλυσίδα στις παρυφές της κοιλάδας, από την Γκίζα έως την Ντασούρ. Στην Σακκάρα, απέναντι από τη Μέμφιδα κείται η κλιμακωτή πυραμίδα του Ντζόζερ της 3ης δυναστείας, αρκετές πυραμίδες της 5ης και 6ης δυναστείας και αναρίθμητοι τάφοι μασταμπά του Παλαιού Βασιλείου. Οι τάφοι μασταμπά φαίνεται πως κτίστηκαν για τους ευγενείς της αρχαίας Αιγύπτου και φημίζονται για τις θαυμάσιες επιγραφές και ανάγλυφα τους με σκηνές καθημερινής ζωής.

Ένα από τα κύρια μνημεία είναι το Σεραπείον που ανακαλύφθηκε από τον Ογκύστ Μαριέτ το 1851. Το Σεραπείον είναι ο κοινός τάφος με 24 σαρκοφάγους των ιερών ταύρων, οι οποίοι λίγο-πολύ θεωρούνταν ενσαρκώσεις του θεού Πτα, του δημιουργού του κόσμου. Το 1905 ο Τζ. Ε. Κουϊμπελ ανέλαβε από την Υπηρεσία Αρχαιοτήτων (Service des Antiquites) αποκλειστικά τις ανασκαφές αυτής της αχανούς νεκρόπολης. Η πρώτη του ανακάλυψη ήταν τα εκτεταμμένα ερείπια της Κοπτικής μονής του Αγ. Ιερεμία, με σημαντικά γλυπτά και τοιχογραφίες. Ο Φλίντερς Πέτρι με τη σειρά του ξεκίνησε συστηματική ανασκαφή στα ερείπια της Μπεντρεσέν και σε τρεις ανασκαφικές περιόδους είχε ξεκαθαρίσει ένα μεγάλο μέρος της τοπογραφίας της αρχαίας πόλης, ταυτοποιώντας τον λόφο της ακρόπολης και το ανάκτορο, καθώς και μια ξένη συνοικία[. Ανάμεσα στα σημαντικά ευρήματά του περιλαμβάνονται κεφαλές οπτής γής (τερρακόττες) που απεικονίζουν χαρακτηριστικές μορφές των ξένων που συνωστίζονταν στην αγορά της Μέμφιδας. Χρονολογούνται από την περίοδο της περσικής διακυβέρνησης έως την πτολεμαϊκή περίοδο και φαίνεται πως είναι εργα ελλήνων καλλιτεχνών.


Θήβαι (Αίγυπτος)







Ως Θήβαι της Αιγύπτου (Θῆβαι ελλην. μεταγραφή, εννοείται η αρχαία πόλη Νιούτ στην Αιγυπτιακή (niwt) (Η) Πόλη και Νιούτ ρεσέτ (niwt-rst) (Η) Νότια Πόλη. βρίσκεται περίπου 800 χλμ νότια της Μεσογείου, στην ανατολική όχθη του Νείλου.

Η αρχαία πόλη υπήρξε πρωτεύουσα της Ουασέτ, της τέταρτης νομής της Άνω Αιγύπτου, αν και το όνομα Ουασέτ χρησιμοποιείτο για να προσδιορίσει και την ίδια την πόλη. Οι Θήβες έγιναν πρωτεύουσα της Αιγύπτου κατά την 11η Δυναστεία του Μέσου Βασιλείου και κατά την 18η δυναστεία του Νέου Βασιλείου, αν και οι περισσότερες υπηρεσίες ελέγχου και διαχείρισης της Αιγύπτου παρέμειναν στην Μέμφιδα. Κατά την 19η δυναστεία η διοικητική έδρα μετακινήθηκε στο Δέλτα του Νείλου. Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα των Θηβών προσφέρουν μία ουσιαστική μαρτυρία για τον αιγυπτιακό πολιτισμό στην περίοδο της ακμής του.

Ως εδρα της μεμφιτικής κοσμογονίας και της Τριάδας των Αμούν, Μουτ και Κχονσού, οι Θήβες ήταν γνωστές στην αρχαία Αιγυπτιακή κατά το τέλος του Νέου Βασιλείου ως Νιούτ-ιμν (niwt-imn), «Η Πόλη του Αμούν». Τούτη η ονομασία στη Βίβλο αναφέρεται ως נא אמון nōˀ ˀāmôn (Ναούμ 3:8) και φέρει το ίδιο νόημα πιθανώς με την ονομασία נא (Νο) (Ιεζεκιήλ 30:14). Στην αρχαία Ελληνική αναφέρεται ως Διόσπολις, εξαιτίας της ταύτισης του Δία με τον Αμούν, στα συμφραζόμενα του ελληνοαιγυπτιακού συγκρητισμού, ενώ ήδη από την αρχαϊκή περίδο ο Όμηρος σχολιάζει τα πλούτη των Θηβών στην Ιλιάδα. Ονομάστηκε επίσης μεγάλη, για να διαχωρίζεται από τις άλλες πόλεις που έφεραν το ίδιο όνομα. Στην ρωμαϊκή περίοδο ονομάζεται Diospolis Magna.

Ανατολική όχθη

    Ο ναός του Καρνάκ
    Ναός του Λούξορ

Δυτική όχθη

    Κοιλάδα των Βασιλέων
    Κοιλάδα των Βασιλισσών
    Μεντινέτ Χαμπού (ταφικός ναός του Ραμεσή Γ'
    Ραμεσείον (ταφικός ναός του Ραμεσή Β'
    Ντεΐρ ελ-Μεντίνα (οικισμός των εργατών)
    Τάφοι των ευγενών
    Ντεΐρ ελ-Μπαχρί (ναοί των Μεντουχοτέπ Β', Χατσεπσούτ, κ.λπ.)
    Μαλκάτα (ανάκτορο του Αμενχοτέπ Γ')
    Κολοσσοί του Μέμνωνα (ταφικός ναός του Αμενχοτέπ Γ'.



Εθνικό Πάρκο Ιγκουαζού






Το Εθνικό Πάρκο Ιγκουαζού (Parque Nacional do Iguaçu - Iguaçu National Park) είναι έθνικό πάρκο της Βραζιλίας. Είναι γνωστό για τους καταρράκτες του, μέρος των οποίων βρίσκεται και στην Αργεντινή, καθώς και την άγρια πανίδα του και ειδικότερα τα πτηνά του, όπου περιλαμβάνονται πολλά σπάνια και υπο εξαφάνιση είδη. Το πάρκο αποτελεί ένα μοναδικό μέρος στον κόσμο όπου πέντε είδη δασών και βιοσυστημάτων συναντούνται σε μία τοποθεσία.

Το πάρκο χαρακτηρίστηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ το 1986.



Μεγάλος Κοραλλιογενής Ύφαλος






Ο Μεγάλος Κοραλλιογενής Ύφαλος (αγγλ. Great Barrier Reef) είναι ο μεγαλύτερος κοραλλιογενής ύφαλος στον κόσμο[1][2]. Απαρτίζεται από 2.900 ξεχωριστούς υφάλους και 940 νησιά, και εκτείνεται σε μήκος μεγαλύτερο των 2.600 χιλιόμετρων σε μία θαλάσσια περιοχή έκτασης περίπου 344.400 τετραγωνικών χιλιομέτρων[3][4]. Ο ύφαλος βρίσκεται στη Θάλασσα των Κοραλλίων, έξω από τις ακτές του Κουίνσλαντ της βορειοανατολικής Αυστραλίας

Ο Μεγάλος Κοραλλιογενής Ύφαλος είναι ορατός από το διάστημα[5][6]. Αποτελείται και σχηματίζεται από δισεκατομμύρια μικροσκοπικούς οργανισμούς, τα Κοράλλια, ένα είδος πολύποδων. Ο ύφαλος είναι σημαντική πηγή βιοποικιλότητας και αποτελεί από το 1981 Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ.[1][2]

Ένα μεγάλος μέρος του οικοσυστήματος του υφάλου είναι υπό προστασία. Η κατάχρηση της περιοχής από τον άνθρωπο (υπεραλίευση, τουρισμός), καθώς και οι καταστροφικές επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών στην περιοχή, έχουν οδηγήσει στη λήψη μέτρων για την προστασία του υφάλου και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας που φιλοξενεί.

Ο Μεγάλος Κοραλλιογενής Ύφαλος είναι γνωστός επί αιώνες στους Αβορίγινες και τους λοιπούς αυτόχθονες της περιοχής, και κατέχει σημαντικό ρόλο στην κουλτούρα και παράδοση τους. Ο ύφαλος είναι ένας ιδιαίτερα δημοφιλής προορισμός των τουριστών, και εκεί στηρίζεται κυρίως η οικονομική δραστηριότητα της περιοχής.


http://el.wikipedia.org/wiki



Παγετώνας και Φιόρδ Ιλούλισσατ






Ο Παγετώνας και το Φιόρδ Ιλούλισσατ (Ilulissat Icefjord - γροιλανδικά: Ilulissat Kangerlua) εκτείνεται δυτικά από το Γροιλανδικό Στρώμα Πάγου έως τον Κόλπο Ντίσκο, κοντά στην πόλη Ιλούλισσατ. Στο ανατολικό άκρο του βρίσκεται ο παγετώνας Jakobshavn Isbræ, ο πλέον παραγωγικός παγετώνας στο Βόρειο Ημισφαίριο. Ο παγετώνας ρέει με ρυθμό 20 έως 35 μέτρα την ημέρα, το οποίο έχει ως συνέπεια την αποκόλληση παγόβουνων, συνολικού βάρους 20 δισεκατομμυρίων τόνων το χρόνο, τα οποία διέρχονται από το φιόρδ. Τα παγόβουνα είναι συχνά τόσο μεγάλα και ψηλά (μέχρι και ένα χιλιόμετρο ύψος) που προσκρούουν στα ρηχά τμήματα του βυθού του φιόρδ και παραμένουν εκεί μερικές φορές για χρόνια, έως ότου διαλυθούν και παρασυρθούν από την δύναμη των παγόβουνων που κατεβαίνουν από το φιόρδ. Τα απελευθερωμένα παγόβουνα, βγαίνοντας στην ανοικτή θάλασσα, αρχικά παρασύρονται βόρεια από τα θαλάσσια ρεύματα πριν στραφεί νότια στον Ατλαντικό Ωκεανό. Τα μεγάλα παγόβουνα συνήθως δεν λιώνουν μέχρι να φτάσουν σε γεωγραφικό πλάτος 40 με 45 μοίρες βόρεια (νότια της Μεγάλης Βρετανίας και στην ίδια ευθεία με την πόλη της Νέας Υόρκης.

Ο Παγετώνας και το Φιόρδ Ιλούλισσατ έχουν ανακηρυχθεί από το 2004 Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την ΟΥΝΕΣΚΟ.

Η Πόλη του Ιλούλισσατ

Η πόλη Ιλούλισσατ (Ilulissat) είναι ο τρίτος μεγαλύτερος οικισμός της Γροιλανδίας, με πληθυσμό 4,533 ανθρώπους, καθώς και η έδρα του δήμου Ιλούλισσατ (Ilulissat Kommuniat) ο οποίος καλύπτει έκταση 47,000 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Η πόλη βρίσκεται περίπου στο μέσον της δυτικής ακτής της χώρας και 200 χιλιόμετρα βόρεια του Αρκτικού Κύκλου.

Το Ιλούλισσατ είναι επίσης γνωστό με το δανικό του όνομα Γιάκομπσχαβν (Jakobshavn) που σημαίνει Λιμάνι του Γιάκομπ ("Jacob's Harbour"). Σε απευθείας μετάφραση Ιλούλισσατ έιναι η γροιλανδική λέξη «Παγόβουνα». Η πόλη αποτελεί την τον πλέον τουριστικό προορισμό της Γροιλανδίας λόγω της εγγύτητάς της στον Παγετώνα Ιλούλισσατ. Η πόλη Ιλλούλισσατ είναι επίσης η γενέτειρα του διάσημου πολικού εξερευνητή Κνουντ Ράσμουσσεν (Knud Rasmussen) και το σπίτι όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια, στο κέντρο της πόλης, έχει μετατραπεί σε μουσείο αφιερωμένο σε αυτόν.

Στην ευρύτερη περιοχή του παγετώνα υπήρχαν οικισμοί των Ινουίτ για τουλάχιστον 3000 χρόνια. Ο εγκαταλελειμμένος οικισμός του Σερμερμιούτ (Sermermiut), δύο χιλιόμετρα νότια της πόλης του Ιλούλισσατ, ήταν από τους μεγαλύτερους της Γροιλανδίας με περίπου 250 κατοίκους. Η μοντέρνα πόλη ιδρύθηκε το 1741από τον Δανό ιεραπόστολο Πόουλ Έγκεντε (Poul Egede) για τον έμπορο Γιάκομπ Σέβεριν (Jakob Severin) ο οποίος είχε ιδρύσει έναν εμπορικό σταθμό στην περιοχή.


Ναός Επικούριου Απόλλωνα







Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες της Φιγάλειας είναι ένας από τους σπουδαιότερους και επιβλητικότερους της αρχαιότητας. Αφιερώθηκε από τους Φιγαλείς στον Απόλλωνα διότι τους βοήθησε να ξεπεράσουν μια επιδημία πανώλης. Ο ναός υψώνεται επιβλητικά στα 1.130 μέτρα, στο κέντρο της Πελοποννήσου, πάνω στα βουνά μεταξύ Ηλείας, Αρκαδίας και Μεσσηνίας και βρίσκεται 14 χλμ. νότια της Ανδρίτσαινας και 11 χλμ. βορειοανατολικά των Περιβολίων. Ο ναός ανεγέρθηκε το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. (420-410 π.Χ;) και αποδίδεται στον Ικτίνο, τον αρχιτέκτονα του Παρθενώνα. Το μνημείο αυτό με την πανανθρώπινη σημασία και συνάμα ένα από τα καλύτερα σωζόμενα της κλασικής αρχαιότητας ήταν το πρώτο στην Ελλάδα που περιλήφθηκε στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 1986. Τμήμα της ζωφόρου του ναού αποσπάστηκε το 1814 και εκτίθεται στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο.

Ο κλασικός ναός είναι θεμελιωμένος πάνω στο φυσικό βράχο του όρους Κωτιλίου σε ειδικά διαμορφωμένο γήπεδο. Η τοποθεσία του ναού ονομαζόταν στην αρχαιότητα Βάσσες (μικρές κοιλάδες) και φιλοξενούσε από τον 7ο αιώνα π.Χ. ιερό του Απόλλωνος Βασσίτα που είχαν ιδρύσει οι γειτονικοί Φιγαλείς, οι οποίοι λάτρευαν το θεό με την προσωνυμία Επικούριος δηλαδή βοηθός, συμπαραστάτης στον πόλεμο ή στην αρρώστια. Ο πρώτος ναός γνώρισε και μεταγενέστερες φάσεις, γύρω στο 600 και γύρω στο 500 π.Χ., από τις οποίες σώζονται πολυάριθμα αρχιτεκτονικά μέλη.

Αρχιτεκτονική και διάκοσμος


Ο αρχαίος περιηγητής Παυσανίας που τον επισκέφθηκε, θαμπώθηκε από την ομορφιά του και τον κατέταξε δεύτερο μετά της Τεγέας σε κάλλος και αρμονία. Ο ναός ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους κλασικούς ναούς της αρχαιότητας γιατί δεν εμφανίζει ανατολικομεσημβρινό προσανατολισμό αλλά είναι κατασκευασμένος με διεύθυνση από βορά προς νότο λόγω οικονομίας του χώρου ή για λατρευτικούς λόγους που συνδέονται με τις παραδόσεις των Αρκάδων μιας και άλλοι ναοί της περιοχής φέρουν ίδιο προσανατολισμό.
Ο ναός συνδυάζει αρχαϊκά, κλασικά και παραδοσιακά αρκαδικά χαρακτηριστικά. Έτσι προσφέρει ένα ελκυστικό μείγμα του παλιού και του νέου, του αγροτικού και του εκλεπτυσμένου. Η επιμήκης περίπτερη δομή (39,87x16,13 μέτρα) είναι κατασκευασμένη κυρίως από γκρίζο ασβεστόλιθο τοπικής προέλευσης. Η εξωτερική κιονοστοιχία του εξάστηλου ναού ακολουθεί έναν εξαιρετικά αυστηρό δωρικό ρυθμό (οι μετόπες δεν είναι λαξευμένες). Όμως στο εσωτερικό, έξοχης ποιότητας γλυπτική συνταιριάζεται με έναν πιο περίτεχνο αρχιτεκτονικό ρυθμό. Το εμπρόσθιο τμήμα του πρόναου και του οπισθόδομου με δύο κίονες εν παραστάσι (in antis) αναδιατυπώνουν το δωρικό ρυθμό. Χαρακτηρίζεται λοιπόν ως ναός δωρικός, δίστυλος εν παραστάσι περίπτερος. Αντιθέτως στον σηκό μια σειρά εντοιχισμένων ιωνικών κιόνων στέκονται απέναντι σε χαμηλούς τοίχους στήριξης. Στο νότιο τμήμα όπου βρίσκεται το άδυτο, οι δύο τελευταίοι ιωνικοί κίονες του σηκού στέκονται στο μακρινό άκρο λοξών τοίχων, ενώ ανάμεσά τους βρίσκεται ένας κορινθιακός κίονας, μόνος στο κέντρο του ναού. Το κιονόκρανο του κίονα αυτού αποτελεί «το αρχαιότερο σωζόμενο δείγμα και θεωρείται πρότυπο για όλα τα "Κορινθιακά" μνημεία του ελληνικού, ρωμαϊκού και μεταγενέστερων πολιτισμών» . Η διακόσμηση είναι αξιοσημείωτη ειδικά λόγω των διαφορετικών υλικών που χρησιμοποιούνται: οι τοίχοι, οι βάσεις και οι κίονες είναι από ασβεστόλιθο, τα ιωνικά κιονόκρανα και το κορινθιακό κιονόκρανο είναι από μάρμαρο Δολιανών όπως και οι λαξευτές μετόπες της εξωτερικής ζωφόρου του κυρίως ναού, οι βάσεις της ιωνικής ζωφόρου στο εσωτερικό του τεμένους, τα ερείσματα και τα κεραμίδια της οροφής.

Ζωφόρος

Στις αρχές του 19ου αιώνα η ζωφόρος ανασκάφηκε από τα ερείπια και δόθηκε προς πώληση. Τελικά αγοράστηκε από την βρετανική κυβέρνηση. Στην αρχαιοελληνική αρχιτεκτονική η ζωφόρος κοσμούσε το εξωτερικό του ναού αλλά στις Βάσσες η ζωφόρος περιέτρεχε το εσωτερικό του σηκού. Η ζωφόρος αναπαριστά δύο θέματα: τη μάχη ανάμεσα στους Έλληνες, με αρχηγό τον Ηρακλή (διακρίνεται από τη λεοντή του) και τις Αμαζόνες και τη μάχη μεταξύ Λαπιθών και Κενταύρων. Το δεύτερο ήταν συχνό θέμα στην αρχαιοελληνική τέχνη και εμφανίζεται στις μετόπες του Παρθενώνα. Εδώ οι γυναίκες των Λαπιθών απεικονίζονται να κρατούν σφιχτά τα μικρά παιδιά τους καθώς προσπαθούν να αντισταθούν στους μηι

Αν και η απόδοση αυτής της ζωφόρου είναι ανομοιογενής στην ποιότητα, δραματική ζωηρότητα και βίαιη κίνηση διέπουν το όλο σχέδιο. Τα υπερβολικά στροβιλιζόμενα ενδύματα των Λαπιθών γυναικών και των Αμαζόνων απηχούν και ενισχύουν την αίσθηση της κίνησης που χαρακτηρίζει τις ίδιες τις μορφές. Λόγω αυτών των χαρακτηριστικών ορισμένοι μελετητές παραλλήλισαν τη σύνθεση με στοιχεία του μπαρόκ . Τη ζωφόρο ίσως φιλοτέχνησε ο γλύπτης Παιώνιος, δημιουργός της περιφημης Νίκης που εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας.

Ανασκαφές

Ο ναός παρέμεινε σε χρήση κατά τα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια όπως φαίνεται από τις επιδιορθώσεις που δέχόταν η κεραμοσκεπή. Με την κατάρρευση της στέγης λόγω της φθοράς των ξύλινων δοκαριών της επήλθε η πρώτη σημαντική καταστροφή. Η ανθρώπινη επέμβαση ήταν ένας άλλος φθοροποιός παράγοντας. Το 1765 ο ναός ταυτίσθηκε επιτυχώς το 1765 από το Γάλλο αρχιτέκτονα J. Bocher. Το 1812 διενεργήθηκαν οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές από τους: J. Foster, C. R. Cockerell, K. H. von Hallerstein, G. Gropius, J. Linckh, O. M. Stackerlberg, και P. O. Brondsted και έφεραν στο φως τις πλάκες της ζωφόρου και το κορινθιακό κιονόκρανο.

Τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στη Ζάκυνθο, με τη συγκατάθεση του Βελή πασά, που είχε πάρει δωροδοκηθεί για το σκοπό αυτό. Το 1814 η ζωφόρος αγοράστηκε με εντολή του άγγλου αντιβασιλιά πρίγκηπα Γεωργίου και το 1815 κατέληξε στο Βρετανικό Μουσείο. Ο Άγγλος διανοούμενος Christian Muller χαρακτήρισε την υφαρπαγή των μνημείων πράξη βανδαλισμού, αντίστοιχη με αυτή του λόρδου Έλγιν .

Το 1902 έγινε συστηματική ανασκαφή της περιοχής από την πρώτη Αρχαιολογική Εταιρία Αθηνών υπό τους αρχαιολόγους Κ. Κουρουνιώτη Κ. Ρωμαίο και Π. Καββαδία. Περαιτέρω ανασκαφές έλαβαν χώρα το 1959, 1970 και 1975-80 υπό την διεύθυνση του Ν. Γιαλούρη. Το 1975 δημιουργήθηκε η Επιτροπή Συντηρήσεως του Ναού του Επικουρίου Απόλλωνος με καθήκοντα τον προγραμματισμό και τη σύνταξη μελετών συντήρησης και αναστήλωσης. Το 1982 η Επιτροπή ανασυστάθηκε και το Υπουργείο Πολιτισμού ανέλαβε την αποκατάσταση του μνημείου. Το σαθρό έδαφος στο οποίο είναι χτισμένος, οι ψυχρές κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή και το ασβεστολιθικό υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένος, επέβαλαν τη μόνιμη κάλυψη του με στέγαστρο από το 1987. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του υπουργείου το στέγαστρο, το αντισεισμικό ικρίωμα και οι άλλες εγκαταστάσεις θα απομακρυνθούν μετά την ολοκλήρωση των απαραίτητων επεμβάσεων.



Γεωδαιτικό Τόξο Στρούβε






Το Γεωδαιτικό Τόξο Στρούβε (Struve Geodetic Arc) είναι μία αλυσίδα ερευνητικών τριγωνομετρήσεων, οι οποίες εκτείνονται από το Χάμμερφεστ (Hammerfest) της Νορβηγίας μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα, μέσα από δέκα χώρες και με μήκος πάνω από 2820 χιλιόμετρα. Η αλυσίδα δημιουργήθηκε και χρησιμοποιήθηκε από τον Γερμανικής καταγωγής Ρώσο επιστήμονα Φρίντριχ Γκέοργκ Βίλχελμ φον Στρούβε, από το 1816 έως το 1855, με σκοπό να υπολογίσει το ακριβές μέγεθος και σχήμα της Γης. Εκείνη την εποχή η αλυσίδα περνούσε από μόνο δύο χώρες: την Ενωμένη Σουηδία και Νορβηγία και την Ρωσική Αυτοκρατορία. Το 2005 η αλυσίδα εντάχθηκε στον κατάλογο με τα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ.


Κύκλος του Μπρόντγκαρ





Ο Κύκλος του Μπρόντγκαρ (Ring of Brodgar) είναι ένα νεολιθικό μνημείο και κύκλος μεγαλίθων που βρίσκεται στο νησί Μέινλαντ (Mainland) του συμπλέγματος νησιών Όρκνεϊ της Σκωτίας. Ο κύκλος βρίσκεται σε ένα μικρό ισθμό ανάμεσα στο Λοχ Στέννες και στο Λόχ Χάρραϊ. Το κέντρο του κύκλου δεν έχει ανασκαφεί ποτέ από τους αρχαιολόγους, ούτε έχει επιστημονικά χρονολογιθεί, πιστεύεται όμως ότι ο πέτρινος κύκλος κατασκευάστηκε γύρω στο 2500 π.Χ., γεγονός που το καθιστά συναφές με το μνημείο του Στόουνχεντζ και πολλά άλλα αρχαία μνημεία στα Βρετανικά Νησιά και την ηπειροτική Ευρώπη.

Ο Κύκλος του Μπρόντγκαρ ανήκει στην κατηγορία μνημείων γνωστών ως henge(s), δηλαδή κυκλικές ή οβάλ σχήματος περιοχές με διακριτά χαρακτηριστικά τους το κυκλικό ανάχωμα και την τάφρο που το περιβάλλει. Ο κύκλος έχει διάμετρο 104 μέτρα και είναι από τους μεγαλύτερους που έχουν βρεθεί στην Μεγάλη Βρετανία. Αποτελείται από 60 πέτρες, από τις οποίες οι 27 βρίσκονται ακόμα όρθιες. Οι πέτρες είναι τοποθετημένες σε κυκλική τάφρο βάθους 3 μέτρων και πλάτους 9 μέτρων.

Παρόλο που η ακριβής χρήση του κύκλου του Μπρόντγκαρ δεν είναι γνωστή η εγγύτητά του με τους Λίθους του Στέννες και το Ταφικό Μνημείο Maeshowe, καθώς και το ότι η πέριοχή γύρω από το μνημείο είναι γεμάτη από όρθιες πέτρες και κυκλικούς χώματινους τύμβους πάνω από προϊστορικούς τάφους, καθιστούν την περιοχή σημαντικό θρησκευτικό και πνευματικό τόπο. Ο Κύκλος του Μπρόντγκαρ μαζί με τα μνημεία γύρω από το Maeshowe, συμπεριλαμβανομένου και του Skara Brae, αποτελούν την Καρδιά του Νεολιθικού Όρκνεϊ και ανακηρύχθηκαν από την ΟΥΝΕΣΚΟ ως Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς το 1999.


Τατζ Μαχάλ





Το Τάτζ Μαχάλ (Taj Mahal) είναι ένα περισπούδαστο κτιριακό συγκρότημα, μαυσωλείο που βρίσκεται στην Ινδία, κτισμένο στη νότια όχθη του ποταμού Γιαμούνα κοντά στη πόλη Άγκρα. Το μαυσωλείο αυτό ανήγειρε ο Μογγόλος Αυτοκράτορας (Σάχης) Τζαχάν προκειμένου να τιμήσει τη πολυαγαπημένη του σύζυγο Μουμτάζ Μαχάλ που πέθανε το 1631 κατά τη διάρκεια τοκετού.

Για την ανέγερσή του, που έγινε σε σχέδια ομάδας αρχιτεκτόνων από την Ινδία, το σημερινό Πακιστάν και άλλα μέρη της Ασίας, απασχολήθηκαν 20.000 εργάτες που ξεκίνησαν το 1632 δουλεύοντας καθημερινά, για να το ολοκληρώσουν το 1649. Πλην όμως για να ολοκληρωθούν όλα τα κτίσματα του συγκροτήματος χρειάστηκαν 22 χρόνια.

Η έκταση που καταλαμβάνει το κυρίως μαυσωλείο και όλο το συγκρότημα είναι ένα ορθωγόνιο με διαστάσεις 580×350 μέτρα, με τετράγωνο κήπο στο κέντρο που πλαισιώνεται από δύο άλλα μικρότερα επιμήκη κτίρια προσανατολισμένα κατά διεύθυνση Βορρά - Νότου. Επί της νότιας πλευράς του όλου συγκροτήματος βρίσκεται η κύρια πύλη του συγκροτήματος που είναι από ψαμμίτη. Η βόρεια πλευρά του συγκροτήματος περιλαμβάνει το Μαυσωλείο και καταλήγει στην όχθη του ποταμού Γιαμούνα. Δεξιά του Μαυσωλείου έχει ανεγερθεί τζαμί και αριστερά κτίριο ομοιόμορφο με το τζαμί, λεγόμενο τζαβάμπ, που διατηρεί την αισθητική αρχιτεκτονική ισορροπία. Το όλο συγκρότημα περικλείεται από ψηλό τειχικό περίβολο που φέρει ανά διαστήματα οκταγωνικούς πυργίσκους. Έξω δε από τον περίβολο αυτό και προς νότο βρίσκονται τα βοηθητικά κτίσματα της φρουράς καθώς και σταύλοι.

Χρωματικά το Μαυσωλείο είναι κτισμένο από λευκό μάρμαρο που έρχεται σε αντίθεση με τα δύο παραπλήσια κτίρια, το τέμενος και το τζαβάμπ, που είναι κτισμένα από κόκκινο ψαμμίτη. Το κυρίως κτίσμα του Μαυσωλείου βρίσκεται σε μαρμάρινο βάθρο ύψους 7 μέτρων ενώ σε κάθε πλευρά φέρει λοξές γωνιώδεις κατασκευές στις οποίες υπερέχει ανά μια τεράστια τοξοειδής πύλη ύψους 33 μέτρων. Εσωτερικά ο κυρίως χώρος του αποτελεί οκταγωνικό θάλαμο με ανάγλυφες διακοσμήσεις, στο κέντρο του οποίου βρίσκονται τα δύο κενοτάφια του Σάχη και της αγαπημένης του Μαχάλ που περιβάλλονται από διάτρητο μαρμάρινο κιγκλίδωμα. Αμέσως μετά αυτών και στο επίπεδο του κήπου βρίσκονται οι πραγματικοί τάφοι τους. Το Τατζ Mαχάλ επιστέφεται από ένα διπλό θόλο (τρούλλο) βολβοειδούς μορφής από ίδιο λευκό υλικό.

Το Τατζ Μαχάλ σήμερα θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά δημιουργήματα παγκοσμίως, και το μέγιστο της ινδομογγολικής αρχιτεκτονικής, το οποίο και περιλαμβάνεται στα Μνημεία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς



Πασαργάδες






Οι Πασαργάδες (περσ. پاسارگاد) ήταν πόλη στην αρχαία Περσία και σήμερα αποτελεί έναν από τους αρχαιολογικούς τόπους του Ιράν και Παγκόσμιο Μνημείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ουνέσκο. Η ονομασία της πόλης προέρχεται από τη μεταγραφή στα ελληνικά του αρχαίου περσικού τοπωνυμίου Pâthragâda.
στορία

Τα ερείπια της πόλης βρίσκονται 87 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Περσέπολης. Οι Πασαργάδες αποτέλεσαν την πρώτη πρωτεύουσα της Περσικής Αυτοκρατορίας. Η κατασκευή της πόλης από τον Κύρο το Μέγα ξεκίνησε το 546 ΠΚΕ κι έμεινε ανολοκλήρωτη, καθώς ο Κύρος πέθανε στη μάχη το 530 ή 529 ΠΚΕ. Η πόλη παρέμεινε πρωτεύουσα του περσικού κράτους μέχρι την περίοδο που ο Δαρείος Α' μετέφερε την πρωτεύουσα στην Περσέπολη.

Το μαυσωλείο του Κύρου

Η αρχαιολογική περιοχή περιλαμβάνει μια κατασκευή που θεωρείται το μαυσωλείο του Κύρου, το φρούριο Tall-e Takht στην κορυφή ενός κοντινού λόφου και τα ερείπια δυο βασιλικών ανακτόρων και κήπων. Αν και δεν υπάρχουν καθαρές αποδείξεις ότι πρόκειται όντως για τον τάφο του Κύρου, Έλληνες ιστορικοί μας πληροφορούν για τη βαθιά πεποίθηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου γι' αυτό. Όταν λεληλάτησε την Περσέπολη, επισκέφθηκε τον τάφο του Κύρου, κατά τον ιστορικό Αρριανό, όπου βρέθηκε μια χρυσή κλίνη, ένα τραπέζι με σκεύη, ένα χρυσό σεντούκι, κοσμήματα στολισμένα με πολύτιμους λίθους και μια επιγραφή, για την οποία υπάρχουν διαφωνίες για το περιεχόμενό της. Κατά το Στράβωνα έγραφε:

    Διαβάτη, είμαι ο Κύρος, που έδωσε μια αυτοκρατορία στους Πέρσες, και που υπήρξε βασιλιάς της Ασίας.
    Γι' αυτό μη φθονείς τούτο το μνημείο.

Κατά την ισλαμική κατάκτηση του Ιράν, ο αραβικός στρατός ήθελε να καταστρέψει το μνημείο, καθώς το θεωρούσε ευθεία προσβολή των δογμάτων του Ισλάμ. Ωστόσο, οι επιστάτες του μαυσωλείου κατάφεραν να πείσουν τους Άραβες ότι ο τάφος δεν κατασκευάστηκε προς τιμήν του Κύρου, αλλά φιλοξενούσε τη σορό της μητέρας του Βασιλιά Σολομώντα. Κατά συνέπεια, το μνημείο διασώθηκε κι η αρχική επιγραφή του τάφου αντικαταστάθηκε με ένα στίχο από το Κοράνι κι έτσι το μνημείο έμεινε ευρύτερα γνωστό ως σήμερα ως Qabr-e Madar-e Sulaiman, ο τάφος της μητέρας του Σολομώντα

Αντισεισμικές κατασκευές

Μεταγενέστερες έρευνες στην αρχιτεκτονική των Πασαργάδων αποκάλυψαν ότι οι μηχανικοί της περιόδου των Αχαιμενιδών κατασκεύασαν την πόλη, έτσι ώστε να αντέχει σε σεισμό μέχρι 7 Ρίχτερ, με μια τεχνική που χρησιμοποιείται σήμερα για την κατασκευή πυρηνικών εγκαταστάσεων και κατασκευών σε ιδιαίτερα σεισμογενείς περιοχές, όπως η Ιαπωνία.

Εθνικό Πάρκο Όρους Κένυα






Το Εθνικό Πάρκο του Όρους Κένυα (Mount Kenya National Park) δημιουργήθηκε το 1949 με σκοπό την προστασία της περιοχής γύρω από το Όρος Κένυα, το δεύτερο ψηλότερο βουνό της Αφρικής. 1300 χλμ² του πάρκου είναι δάσος με τα 715 χλμ² πάνω από τα 3000 μέτρα υψόμετρο. Το πάρκο χαρακτηρίστηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ το 1997.

Η κυβέρνηση της Κένυας είχε τέσσερις λόγους να δημιουργήσει ένα εθνικό πάρκο γύρω από το Όρος Κένυα. Αυτοί ήταν τουρισμος που απέφερε σημαντικά στην τοπική και εθνική οικονομία, η διατήρηση μίας περιοχής σπάνιας ομορφιάς, η προστασία της βιοποικιλότητας μέσα στο πάρκο και η προστασία των υδάτινων πηγών της περιοχής[2].

Στα χαμηλότερα ύψη ζούν μαϊμούδες και Αφρικανικά Βουβάλια. Μερικά μεγαλύτερα θηλαστικά, όπως ελέφαντες συναντιούνται ως και τα 4.500 μέτρα υψόμετρο.

Ένα μικρό τμήμα του πάρκου συνορεύει με κατοικούμενες περιοχές και για το λόγο αυτό προστατεύεται με ηλεκτροφόρο σύρμα, ώστε να κρατηθούν οι ελέφαντες μακρυά από τα γειτονικά χωράφια. Το ηφαιστειογενές έδαφος (το΄Όρος Κένυα είναι εσβεσμένο ηφαίστειο) και οι μεγάλες ποσότητες γλυκού νερού της περιοχής καθιστούν την περιοχή ιδανική για τη γεωργία.


Εθνικό Πάρκο Λίμνης Μαλάουι




To Εθνικό Πάρκο Λίμνης Μαλάουι (Lake Malawi National Park) είναι εθνικό πάρκο του Μαλάουι, στην νότια πλεύρα της λίμνης Μαλάουι. Έχει έκταση 88 km² και καλύπτει τμήμα της λίμνης, την χερσόνησο Κχούμπα και δώδεκα μικρότερα νησιά.

Το 1934 η δημιουργήθηκε στην περιοχή ζώνη δασικής προστασίας και καταφύγιο πτηνών. Η προστασία αυτή επεκτάθηκε το 1972 και στους κοντινούς λόφους του ακρωτηρίου Μακλίαρ, του Μουένια και του Νκούντζι. Το 1980 η περιοχή χαρακτηρίστηκε εθνικό πάρκο.

Η λίμνη Μαλάουι έχει την μεγαλύτερη ποικιλότητα ψαριών στον κόσμο. Πιστεύεται ότι εντός των ορίων του πάρκου υπάρχουν περίπου 1000 διαφορετικά είδη, από τα οποία το 90% είναι ενδημικά είδη της λίμνης, γεγονός που αποτελεί αποτέλεσμα εξελικτικής προσαρμογής, συγκρίσιμης μόνο με την αντίστοιχη που εμφανίζεται στα Νησιά Γκαλαπάγκος.

Από το 1984 αποτελούν Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ.



Μεγαλιθικοί Ναοί της Μάλτας





Οι Μεγαλιθικοί Ναοί της Μάλτας (Megalithic Temples of Malta) είναι το όνομα που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία ομάδα από επτά μεγαλιθικών συνόλων που βρίσκονται στα νησιά της Μάλτας και του Γκόζο. Οι ναοί αυτοί θεωρήθηκαν πως κατέχουν εξαιρετική παγκόσμια αξία από την ΟΥΝΕΣΚΟ, η οποία χαρακτήρισε την ομάδα ως Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, διατηρώντας το ίδιο όνομα.

Αρχικά ο τίτλος του μνημείου πολιτιστικής κληρονομιάς δόθηκε μόνο στους δύο ναούς που απότελούν το σύμπλεγμα Γκγκαντίτζα στο νησί Γκόζο το 1980. Το 1992 όμως ο τίτλος διευρύνθηκε ώστε να περιλαμβάνει και τους υπόλοιπους έξι ναούς που βρίσκονταν στο νησί της Μάλτας.

Οι Ναοί που αποτελούν το σύμπλεγμα των Μεγαλιθικών Ναών της Μάλτας είναι :

    Γκγκαντίτζα (Ġgantija)
    Χαγκάν Κιουίμ (Ħaġar Qim)
    Μνάτζντρα (Mnajdra)
    Τα' Χαγράτ (Ta' Ħagrat)
    Τα' Σκορμπά (Ta' Skorba)
    Ταρχίεν (Tarxien)



Πόλη Ait-Ben-Haddou




Η Aït Benhaddou (Αραβικά: آيت بن حدّو) είναι μία οχυρωμένη πόλη (ksar) πάνω στον δρόμο των καραβανιών μεταξύ της Ερήμου Σαχάρα και του Μαρρακές στο σημερινό Μαρόκο. Βρίσκεται στην επαρχία Souss-Massa-Draâ, σε ένα λόφο δίπλα στον ποταμό Κουαρζαζάτε. Η πόλη αποτελεί εξαιρετικό δείγμα πόλης Κάσμπαχ, ισλαμικής αρχιτεκτονικής, η οποία δυστυχώς καταστρέφεται από τις βροχοπτώσεις. Οι περισσότεροι κάτοικοι της πόλης μένουν σε ένα μοντέρνο χωριό στην άλλη πλευρά του ποταμού, δέκα οικογένειες όμως εξακολουθούν να μένουν σ'αυτή. Η πόλη έχει χαρακτηριστεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την ΟΥΝΕΣΚΟ από το 1997.


Τσίτσεν Ίτζα







Το Τσίτσεν Ίτζα (Chichen Itza, προφορά IPA: [ˈtʃi.tʃɛn.ˈit.sɑ] [1]) (από την γλώσσα των Μάγια: "στο στόμα του φρεατίου του Ίτσα") είναι μια μεγάλη προκολομβιανή αρχαιολογική περιοχή που χτίστηκε από τον πολιτισμό των Μάγια και που βρίσκεται στο βόρειο κέντρο της χερσονήσου Γιουκατάν, στο σημερινό Μεξικό.

Το Τσίτσεν Ίτζα ήταν σημαντικό περιφερειακό κέντρο στα βόρεια πεδινά των Μάγια από την Ύστερη Κλασική μέσω της Ύστερης Κλασικής και εώς τα αρχικά στάδια της Πρόωρης Μετακλασικής περιόδου. Η περιοχή εκθέτει ένα πλήθος αρχιτεκτονικών μορφών, από αυτέ που καλούνται "Μεξικανικές" και ενθυμίζουν της μορφές που βλέπουμε στο κεντρικό Μεξικό στο ύφος Puuc των Μάγια των βόρειων πεδινών. Η παρουσία κεντρικών μεξικανικών μορφών θεωρούνταν κάποτε ως αντιπροσωπευτική της άμεσης μετανάστευσης ή ακόμα και της κατάκτησης από το κεντρικό Μεξικό, αλλά οι περισσότερες σύγχρονες ερμηνείες βλέπουν την παρουσία αυτών των μη-Μάγια μορφών περισσότερο ως αποτέλεσμα της πολιτιστικής διάχυσης.

Τα αρχαιολογικά στοιχεία, όπως τα στοιχεία πυρκαγιάς σε διάφορες σημαντικές δομές και αρχιτεκτονικά συγκροτήματα, υποδεικνύουν ότι η κατάρρευση της Τσίτσεν Ίτζα ήταν βίαιη. Μετά από την πτώση της ηγεμονίας της Τσίτσεν Ίτζα, η περιφερειακή δύναμη του Γιουκατάν μετατοπίστηκε σε ένα νέο κέντρο στο Μαγιαπάν.

Σύμφωνα με την Αμερικανική Ανθρωπολογική Ένωση, τα ερείπια της Τσίτσεν Ίτζα Itza είναι ομοσπονδιακή ιδιοκτησία, και η διαχείριση της περιοχής ανήκει στο Εθνικό ΊδρυμαΑνθρωπολογίας και Ιστορίας (Instituto Nacional de Antropologνa ε Historia, INAH) του Μεξικού. Το έδαφος κάτω από τα μνημεία, εντούτοις, είναι ιδιόκτητο από την οικογένεια Barbachano.



Βαϊκάλη




Η Βαϊκάλη (Байка́л) είναι λίμνη που βρίσκεται στη νότια Σιβηρία μεταξύ της Περιφέρειας Ιρκούτσκ στα βορειοδυτικά και τη Μπουργιατία στα νοτιοανατολικά σημείο κοντά στην πόλη του Ιρκούτσκ. Είναι γνωστή σαν το «Μπλε Μάτι της Σιβηρίας».

Γεωγραφία

Η Βαϊκάλη είναι η βαθύτερη και παλαιότερη λίμνη στον κόσμο, καθώς επίσης η λίμνη με τον μεγαλύτερο όγκο γλυκού νερού. Περιέχει πάνω από ένα πέμπτο του γλυκού νερού παγκοσμίως και περισσότερο από 90% του γλυκού νερού της Ρωσίας. Η έκτασή της είναι 31.468 τετ. χλμ. μία από τις μεγαλύτερες του κόσμου. Έχει μήκος 654 χλμ., πλάτος 74 χλμ. και μέγιστο βάθος 1.637 μ.

Δέχεται τα νερά περίπου 300 ποταμών με κυριότερους τους Σελίγκα και Άνω Αγγάρα ενώ απ' αυτή ξεκινάει το μεγάλο ποτάμι Ιενεσέης. Στο εσωτερικό της λίμνης υπάρχουν 22 νησιά το μεγαλύτερο από τα οποία είναι το Ολχόν.

Οι Μογγόλοι τη θεωρούν ως ιερή θάλασσα και πιστεύουν ότι στις απόκρημνες και βραχώδεις ακτές της κατοικούν κακά πνεύματα.

Οικοσύστημα

Η Βαϊκάλη αποτελεί ένα από τα πλουσιότερα λιμναία οικοσυστήματα στον κόσμο με τεράστια βιοποικιλότητα. Υπολογίζεται ότι στην περιοχή υπάρχουν πάνω από 1000 είδη φυτών και 1500 είδη ζώων, από τα οποία το 80% είναι ενδημικά. Η Φώκια της Βαϊκάλης που ζει μόνο σε αυτή τη λίμνη είναι το μόνο είδος φώκιας του γλυκού νερού στον κόσμο.

Μοχένιο-ντάρο






Το Μοχένιο-ντάρο ( Ουρντού: موئن جودڑو, Σίντι: موئن جو دڙو, Ελληνικά: Λόφος του νεκρού) ήταν πόλη του πολιτισμού της κοιλάδας του Ινδού κτισμένη περί του 2600 π.Χ.-Π.Κ.Ε.-Π.Κ.Χ. και βρίσκεται στην Επαρχία Σιντχ του Πακιστάν. Είναι η μεγαλύτερη αρχαία πόλη της κοιλάδας του Ινδού και αναγνωρίζεται ευρέως ως μία από τις σημαντικότερες και πρωιμότερες πόλεις της Ν. Ασίας και του πολιτισμού της κοιλάδας του Ινδού. Ενίοτε αναφέρεται ως «αρχαία μητρόπολη της κοιλάδας του Ινδού».

Το Μοχένιο-ντάρο, η Χαράππα και ο πολιτισμός τους εξαφανίστηκαν δίχως ίχνη έως την ανακάλυψή τους το 1920. Η συγκεκριμένη αρχαιολογική θέση ανασκάφθηκε εκτεταμένα επί σειρά ετών, ενώ σε ορισμένα σημεία οι ανασκαφές συνεχίζονται με νέες τεχνικές επιφανειακής επιθεώρησης, συντήρησης και προστασίας από φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές.

Το Μοχένιο-ντάρο είναι Μνημείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Το μεγαλύτερο τμήμα των έργων που γίνονται σήμερα εκεί έχει επικεντρωθεί στην προστασία και συντήρηση των κτηρίων, εγχείρημα που ανέλαβε η UNESCO σε συνεργασία με το Τμήμα Αρχαιολογίας και Μουσείων, καθώς και διάφορους συμβούλους.

Τον Δεκέμβριο του 1996, το έργο της συντήρησης ανεστάλη εξαιτίας της έλλειψης χρηματοδότησης από την κυβέρνηση και τους διεθνείς οργανισμούς. Τον Απρίλιο του 1997 η UΝESCO χρηματοδότησε με $10 εκατομμύρια ένα νέο εγχείρημα -επιτυχημένο έως τώρα- εικοσαετίας για την προστασία του Μοχένιο-ντάρο από τις πλημμύρες. Οι προσπάθειες της UNESCO για τη διάσωση του Μοχένιο-ντάρο ήταν ένα από τα κεντρικά γεγονότα που οδήγησαν στην απόφαση της εγκαθίδρυσης του θεσμού των Μνημείων Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

Ιστορία

Το Μοχένιο-ντάρο κτίστηκε περί το 2600 ΠΚΕ και εγκαταλείφθηκε κατά το 1700 ΠΚΕ. Την ύπαρξή του ανακάλυψε το 1920 ο Τζον Μάρσαλ και οι αρχαιολόγοι του. Το αυτοκίνητό του βρίσκεται ακόμη στο Μουσείο Μοχένιο-ντάρο, ως ένδειξη της παρουσίας και της αφοσίωσής του σε αυτόν τον αρχαιολογικό τόπο. Περαιτέρω ανασκαφές έγιναν το 1945 από τον Αχμάντ Χασάν Ντανί και τον Μόρτιμερ Γουήλερ. Πιθανώς το Μοχένιο-ντάρο υπήρξε διοικητικό κέντρο του αρχαίου πολιτισμού της κοιλάδας του Ινδού. Όπως υποδεικνύει ο σχεδιασμός και οι κατασκευές της, ήταν η πλέον ανεπτυγμένη και εξελιγμένη πόλη στη Ν. Ασία στην περίοδο της ακμής της.

Ο Πολιτισμός της κοιλάδας του Ινδού (περ. 3300–1700 ΠΚΕ, ακμή περί το 2600–1900 ΠΚΕ), ήταν αρχαίος ποτάμιος πολιτισμός που ήκμασε στην κοιλάδα του Ινδού ποταμού στο Πακιστάν και τη βορειοδυτική Ινδία. Εναλλακτική ονομασία για τον ίδιο πολιτισμό είναι η «Χαράππειος πολιτισμός». Σύμφωνα με ενδείξεις (τυπολογία εγκαταστάσεων) ήταν εξαπλωμένος νότια έως τις ακτές της Ινδίας προς την Αραβική Θάλασσα και δυτικά έως τα ιρανικά σύνορα. Βόρεια επεκτεινόταν έως την οροσειρά των Ιμαλαΐων. Εκτός από τη Χαράππα και το Μοχένιο-ντάρο στις μείζονες αστικές εγκαταστάσεις περιλαμβάνεται και η πόλη Λοθάλ.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αρχαιολόγων στο Μοχένιο-ντάρο και τις άλλες πόλεις αυτού του διακριτού πολιτισμού στην περίοδο της ακμής του ζούσαν τουλάχιστον 5 εκατομμύρια κάτοικοι. Έως σήμερα έχουν ανακαλυφθεί πάνω από 1.000 πόλεις και άλλου είδους εγκαταστάσεις κυρίως στην κοιλάδα του Ινδού στο Πακιστάν και τη βορειοδυτική Ινδία.

Η γλώσσα του συγκεκριμένου πολιτισμού δεν έχει ακόμη αποκρυπτογραφηθεί και το πραγματικό όνομα της πόλης είναι άγνωστο.


Εθνικό Πάρκο W του Νίγηρα






Το Εθνικό Πάρκο W του Νίγηρα (W National Park) (Γαλλικά: "W" du Niger) είναι ένα σημαντικό εθνικό πάρκο στον Νίγηρα γύρω από ενα μαίανδρο σχήματος W του ποταμού Νίγηρα, το οποίο δημιουργήθηκε το 1954. Ένα τμήμα του πάρκου εκτείνεται στην Μπενίν και την Μπουρκίνα Φάσο. Το μεγαλύτερο μέρος του πάρκου, έκτασης 10,000 km² είναι ακατοίκητο από ανθρώπους.

Το πάρκο παρουσιάζει μεγάλη βιοποικιλότητα, ενώ είναι γνωστό για τα μεγάλα θηλαστικά του ζούν σε αυτό, όπως ελέφαντες, ιπποπόταμους, λεοπαρδάλεις, Αφρικανικά Βουβάλια, Αγριόχοιρους, μυρμηγκοφάγους, Λιοντάρια, Μπαμπουΐνους και Τσιτάχ.

Το πάρκο χαρακτηρίστηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ το 1996.



http://www.easypedia.gr/el/articles/%CE%BC/%CE%BD/%CE%B7/%CE%9C%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%B5%CE%AF%CE%B1_%CE%A0%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CF%8C%CF%83%CE%BC%CE%B9%CE%B1%CF%82_%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82_%CE%9A%CE%BB%CE%B7%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%AC%CF%82_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%9F%CE%A5%CE%9D%CE%95%CE%A3%CE%9A%CE%9F_0beb.html




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου