Σάββατο 9 Απριλίου 2011

~ * ΗΛΙΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ...........* ~











XIII

Ένα και δυο: τη μοίρα μας δεν θα την πει κανένας..
Ένα και δυο: τη μοίρα του ήλιου θα την πούμ' εμείς………




glitter-graphics.com





XIV

Εμείς τη λέμε τη ζωή την πιάνουμε απ' τα χέρια
Κοιτάζουμε τα μάτια της που μας ξανακοιτάζουν
Κι αν είναι αυτο που μας μεθάει μαγνήτης το γνωρίζουμε
Κι αν είναι αυτό που μας πονάει κακό το 'χουμε νιώσει
Εμείς τη λέμε τη ζωή πηγαίνουμε μπροστά
Και χαιρετούμε τα πουλιά της που μισεύουνε

Είμαστε από καλή γενιά.








I

Δεv ξέρω πια τη νύχτα φοβερή ανωνυμία θανάτου
Στο μυχό της ψυχής μου αράζει στόλος άστρων.
Εσπερε φρουρέ για να λάμπεις πλάι, στο ουρανί
Αεράκι ενός νησιού που με ονειρεύεται
Ν' αναγγέλλω την αυγή από τα ψηλά του βράχια
Τα δυο μάτια μου αγκαλιά σε πλέουνε με το άστρο
Της σωστής μου καρδιάς : Δεν ξέρω πια τη νύχτα.
Δεν ξέρω πια τα ονόματα ενός κόσμου που μ' αρνιέται
Καθαρά διαβάζω τα όστρακα τα φύλλα τ' άστρα
Η έχτρα μου είναι περιττή στους δρόμους τ' ούρανού
Εξόν κι αν είναι τ' όνειρο που με ξανακοιτάζει
Με δάκρυα να διαβαίνω της αθανασίας τη θάλασσα
Εσπερε κάτω απ' την καμπύλη της χρυσής φωτιάς σου.
Τη νύχτα που είναι μόνο νύχτα δεν την ξέρω πια……….







XVI
Με τι πέτρες τι αίμα και τι σίδερο
Και τι φωτιά είμαστε καμωμένοι
Ενώ φαινόμαστε από σκέτο σύννεφο
Και μας λιθοβολούν και μας φωνάζουν
Αεροβάτες
Το πως περνούμε τις μέρες και τις νύχτες μας
Ένας Θεός το ξέρει.

Φίλε μου όταν ανάβ' η νύχτα την ηλεχτρική σου οδύνη
Βλέπω το δέντρο της καρδιάς που απλώνεται
Τα χέρια σου ανοιχτά κάτω από μιαν Ιδέα ολόλευκη
Που όλο παρακαλείς
Κι όλο δεν κατεβαίνει
Χρόνια και χρόνια
Εκείνη εκεί ψηλά εσύ εδώ πέρα.
Κι όμως του πόθου τ' όραμα ξυπνάει μια μέρα σάρκα
Κι εκεί όπου πριν δεν άστραφτε παρά γυμνή ερημιά
Τώρα γελάει μια πολιτεία ωραία καθώς τη θέλησες
Κοντεύεις να τη δεις σε περιμένει
Δώσε το χέρι σου να πάμε πριν η Αυγή
Την περιλούσει με ιαχές θριάμβου.
Δώσε το χέρι σου — πριν συναχτούν πουλιά
Στους ώμους των ανθρώπων και το κελαηδήσουνε
Πως επιτέλους φάνηκε να 'ρχεται από μακριά
Η ποντοθώρητη παρθένα Ελπίδα!
Πάμε μαζί κι ας μας λιθοβολούν
Κι ας μας φωνάζουν αεροβάτες
Φίλε μου όσοι δεν ένιωσαν ποτέ με τι
Σίδερο με τι πέτρες τι αίμα τι φωτιά
Χτίζουμε ονειρευόμαστε και τραγουδούμε!

 






VI
                                                      ΒΑΘΥ ΓΑΛΑΖΙΟ
Σε μάτιασαν οι νύφες του βυθού
Οι λευκές του μαΐστρου ερινύες
Ανάβοντας τη ζήλια του κορμιού
Μα όταν γέλασαν οι ανυφάντρες του ήλιου
Που φιλοδόξησαν ένα καμάρι επίγειο
Άξαφνα πήρες τη βαφή του απείρου.
Τώρα καθώς πατάω μες στις πλαγιές
Στα κουκουνάρια που φυσώντας έστρωσεν
Άνεμος γητευτής με χείλια βαθυγάλαζα
Καθώς γλιστράω στα τσάμια της κατηφοριάς
Κι ανοίγω τα φτερά στο βλέμμα σου το απέραντο
Καθώς ταιριάζω στου βοριά το στόμα μια υμνωδία
Μου φέγγει ο κόλπος το βαθύ μουρμούρισμα της άμμου
Και βλέπω ανθούς να πέφτουνε στα καθαρά νερά
Φύκια μελαχρινά στου φλοίσβου το νανούρισμα
Κανάτια υπομονετικά στου Αιγαίου τα παραθύρια.
Και βλέπω ακόμα ένα και μόνο βαθύχρωμο πουλί
Να πίνεται απ' το αίνιγμα της αγκαλιάς σου
Όπως η νύχτα πίνεται από την αυγή
Όπως η αίγλη από τις μορφές των αγαλμάτων.

 







Οδ.ελυτης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου