Η Παναγιώτα Καντή κατάγεται από τα Γιαννιτσά, έμαθε Φυσική στα Ιωάννινα και με το μυαλό της σχεδιάζει σταθερές και αξιόπιστες διαστημικές σκουληκότρυπες, προκαλώντας το ενδιαφέρον της παγκόσμιας κοινότητας των αστροφυσικών.
Το εβδομαδιαίο περιοδικό New Scientist στο τεύχος της 10ης Μαρτίου 2012 είχε τη μελέτη της στο εξώφυλλό του, με τίτλο «Διαγαλαξιακό μετρό: επιβίβαση στη σκουληκότρυπα-εξπρές», αναφέροντας ότι αυτή και η ομάδα της ερευνούν τη δυνατότητα ταξιδιών στο Σύμπαν μέσα από χωροχρονικά «τούνελ», συνεχίζοντας το έργο που είχε αφήσει ημιτελές ο Αϊνστάιν. Όπως μας εξηγεί η κα Καντή, «οι θεωρίες της σκουληκότρυπας εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στη γενική θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν, το 1916. Αργότερα, μαζί με έναν άλλο συνεργάτη του, τον Ρόουζεν, έγραψαν μία εργασία πάνω στο θέμα. Δεν έμεινε, όμως, πολύ στη βιβλιογραφία. Από το 1980 και μετά επανήλθε το ενδιαφέρον και μάλιστα αυτό έγινε με αφορμή το έργο «Contact» με την Τζόντι Φόστερ. Το σενάριο βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Καρλ Σέγκαν, έναν πολύ μεγάλο αστροφυσικό. Για να μπορέσει να βάλει κάποια ακριβή επιστημονικά στοιχεία στο βιβλίο του ζήτησε από τον Κιθ Θορν, έναν αστροφυσικό και κοσμολόγο, να κατασκευάσει θεωρητικά μία σκουληκότρυπα. Οπότε, η προσπάθεια ξεκίνησε από τον Θορν και κατόπιν συμμετείχαν αρκετοί άλλοι».
Το αρχικό ερευνητικό πεδίο της κας Καντή, αυτό που αποτέλεσε τη βάση για την επιστημονική της ανέλιξη ήταν οι μαύρες τρύπες. Μέσα από αυτές άρχισε να κρυφοκοιτάζει τα μυστικά του Σύμπαντος και να αναζητά λύσεις. «Το 1995 έκανα το διδακτορικό μου στο Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων και μελετούσαμε πάλι την ίδια θεωρία με σκοπό να βγάλω λύσεις μαύρων οπών. Δηλαδή, τη θεωρία, όπως αναφέρεται και στη δημοσίευση, Dilatonic-Einstein-Gauss-Bonnet, η οποία προέρχεται από τις θεωρίες των υπερχορδών. Μία οικογένεια λύσεων που βρήκαμε τότε, δεν είχε τα χαρακτηριστικά των μαύρων οπών αλλά συνδεόταν μαζί τους. Δεν δώσαμε ερμηνεία, απλώς τις αναφέραμε σε μία από τις επιστημονικές εργασίες που είχε γράψει η ομάδα μας και το αφήσαμε».
Δεν έχει, όμως, το Σύμπαν, παράδοξα αλλά και η ζωή με τις απροσδόκητες τροπές που δίνει στα γεγονότα. Η ξεχασμένη οικογένεια λύσεων ενός ταπεινού στη χώρα προέλευσης διδακτορικού, αποτέλεσε τη βάση μίας μελέτης που κέρδισε το ενδιαφέρον της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας. «Αρκετά χρόνια αργότερα, οι σημερινοί Γερμανοί συνεργάτες μου, ο Μπερτχαρντ Κλαϊχάουζ και η Γιούτα Κουνζ από το Πανεπιστήμιο του Όλτενμπουργκ θεώρησαν ότι εκείνη η αναφορά θα ήταν ένα καλό παράδειγμα λύσεων σκουληκότρυπων. 'Ετσι, ήρθαν σε επικοινωνία μαζί μου και προσπαθήσαμε να δούμε τα χαρακτηριστικά αυτών των λύσεων». Η μελέτη των τριών επιστημόνων δεν πέρασε απαρατήρητη από το έγκριτο βρετανικό επιστημονικό περιοδικό, το οποίο της αφιέρωσε εξώφυλλο. Στο άρθρο του αναφέρει: «Δεν είναι συνηθισμένο φαινόμενο ένα θέμα της επιστημονικής φαντασίας να πλησιάζει στην πραγματικότητα. Αυτό φαίνεται ότι συμβαίνει με τις σκουληκότρυπες. Θεωρητικά η είσοδος σε ένα από αυτά τα τούνελ του χωροχρόνου μπορεί να οδηγήσει στον Πλούτωνα, το γαλαξία της Ανδρομέδας, ή εκατομμύρια έτη φωτός μακριά. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι κανείς δεν έχει φτάσει κοντά στη θεωρητική κατασκευή μίας τέτοιας οπής. Ακόμη και στο χαρτί, είναι ασταθείς και έχουν την τάση να κλείνουν κατευθείαν, εκτός και αν διατηρηθούν ανοικτές με τη χρήση σκοτεινής ύλης. Τώρα, όλα αυτά άλλαξαν. Μία ερευνητική ομάδα με Γερμανούς και Έλληνες επιστήμονες έδειξαν ότι είναι δυνατή η κατασκευή σκουληκότρυπων δίχως να απαιτείται η ύπαρξη της αμφισβητούμενης σκοτεινής ενέργειας».
Όπως αναφέρει η κα Καντή, το πέρασμα μέσα από μία σκουληκότρυπα θα έμοιαζε με «ένα ταξίδι, όπως είναι αυτό που κάνουν τα διαστημόπλοιά μας». Μόνο που, εκτός του ότι μέσα από την καμπύλωση του χωροχρόνου θα γίνονται εφικτά άλματα μέσα στο Σύμπαν, οι επιταχύνσεις θεωρητικά θα είναι τεράστιες. «Για να είναι μία σκουληκότρυπα ρεαλιστική, θα πρέπει ένας ταξιδιώτης, ας το πούμε έτσι, που θα ήθελε να περάσει από μέσα να μην δέχεται πολύ μεγάλες επιταχύνσεις. Στα υπερηχητικά αεροπλάνα, φτάνουμε μέχρι 2 G, δηλαδή δύο φορές την επιτάχυνση της βαρύτητας επάνω στη Γη, το πολύ τρία. Επομένως, για να επιτύχουμε, οι όποιες επιταχύνσεις να είναι σχετικά μικρές, θα πρέπει το στόμιο να είναι πάρα πολύ μεγάλο. Δηλαδή να είναι περίπου δέκα έτη φωτός. Αν φυσικά τέτοιες λύσεις υπάρχουν στην φύση τότε θα πρέπει με κάποιο τρόπο να μπορέσουμε να τις ανιχνεύσουμε».
Η ακαδημαϊκή διαδρομή της Παναγιώτας Καντή είχε τη δική της παραδοξότητα. Από τη γενέτειρά της, βρέθηκε στο Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων, να ερευνά μαύρες οπές, μέχρι το διδακτορικό της. Από εκεί στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, στην Scuola Normale Superiore της Ιταλίας και με υποτροφία στο CERN να μελετά τους κινδύνους που μπορεί να προκύψουν από επιταχυντές όπως ο LHC (Large Hadron Collider). Κατόπιν στην Οξφόρδη, στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ, και τελικά, αναπληρώτρια καθηγήτρια στις αίθουσες όπου διδάχθηκε Φυσική, στα Ιωάννινα. Το πέρασμά της από τόσα σημαντικά εκπαιδευτικά ιδρύματα και οι δυνατότητες που αυτά της παρείχαν προκαλεί εύλογα ερωτηματικά για τους λόγους που επέστρεψε στην Ελλάδα. «Είχα περάσει δέκα χρόνια στο εξωτερικό και μπορούσα πολύ άνετα να συνεχίσω να ζω εκεί. Είχα όλες τις ευκαιρίες. Επέλεξα την επιστροφή στην Ελλάδα γιατί θεώρησα ότι το χρωστούσα να γυρίσω εδώ. Στο Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων έμαθα, έρευνα, Φυσική. Ήθελα να διδάξω κι εγώ με τη σειρά μου νέα παιδιά και να τους ωθήσω προς το εξωτερικό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου