Το κρύο ήταν τσουχτερό αυτή την τελευταία βραδιά του χρόνου και το χιόνι έπεφτε πυκνό.....Ένα μικρό κοριτσάκι τριγυρνούσε στους σκοτεινούς κρύους δρόμους....ξυπόλυτο με το κεφαλάκι του ακάλυπτο....
Όταν έφυγε απο το σπίτι, φορούσε τις παντόφλες της.....ήταν όμως τόσο μεγάλες και τόσο παλιές που καθώς έτρεχε στους δρόμους για να αποφύγει τις άμαξες γλύστρισαν τα πόδια της.....κατάφερε να βρεί τη μία μα την άλλη της την άρπαξε ένας πιτσιρικάς που της φώναζε ότι ήταν τόσο μεγάλη που θα την έκανε κούνια για το μωρό του.....όταν θα έκανε....
Έτσι το μικρό κοριτσάκι αναγκάστηκε να περπατήσει ξυπόλυτο και τα ποδαράκια του έγιναν μπλέ από το κρύο......Είχε την ποδιά του γεμάτη σπίρτα....τα κρατούσε στο χέρι και προσπαθούσε να τα πουλήσει...κανένας όμως δεν αγόραζε από αυτό και κανένας δεν έσκυψε να του δώσει ούτε μιά δεκαρίτσα....Το μικρό κοριτσάκι πεινούσε και το κρύο το περούνιαζε....
Οι νυφάδες του χιονιού έπεφταν πάνω στα μακριά ξανθά του μαλλιά και δημιουργούσαν ένα στεφάνι γύρω από το πρόσωπό του....τα παράθυρα των σπιτιών ήταν όλα τόσο όμορφα φωτισμένα και από τις καμινάδες έβγαινε γαργαλιστική μυρωδιά απο τις ψητές χήνες......Ήταν η τελευταία νύχτα του χρόνου....πρωτοχρονιά και αυτό δεν μπορούσε να το ξεχάσει.....
Βρήκε μια γωνιά δίπλα σε δύο σπίτια όπου μπορούσε να προστατευθεί από το κρύο.....μαζεύτηκε εκεί και μάζεψε τα πόδια του κάτω από την ποδιά του....μόνο που κρύωνε....κρύωνε τόσο πολύ!....Δεν τολμούσε να γυρίσει στο σπίτι....δεν είχε καταφέρει να πουλήσει ούτε ένα σπίρτο....δεν είχε βγάλει ούτε μία δεκάρα....αν γυρνούσε σπίτι με άδεια χέρια ο πατέρας του θα το χτυπούσε και ύστερα...το σπίτι δεν ήταν πιο ζεστό απο το δρόμο.....η οροφή του σπιτιού άφηνε τον παγωμένο αέρα να περνά μέσα από τις μεγάλες χαραμάδες και τα κουρέλια και άχυρα που είχαν βάλει δεν προστάτευαν καθόλου.....
Τα χεράκια του ήταν μουδιασμένα από το κρύο....Ω!!....ένα μικρό σπίρτο θα του έκανε τόσο καλό....αν μόνο τολμούσε να βγάλει ένα από το κουτί του και να το ανάψει για να ζεστάνει τα δακτυλά του......έβγαλε ένα....χρ-χράτς.....Ω!....τι φώς έβγαζε...πως έλαμπε με καθαρή φλόγα....όπως ακριβώς ένα μικρό κεράκι έτσι όπως προστάτευσε τη φλόγα με τ ο χέρι του.....
Τώρα το φώς του φαινόταν παράξενο.....το μικρό κοριτσάκι φαντάστηκε ότι καθόταν μπροστά απο μία μεγάλη στόφα με όμορφα καλογυαλισμένα μπρούτζινα χερούλια.....έκαιγε μια ωραία φωτιά που το ζέσταινε τόσο πολύ, αλλά.....τι συνέβαινε???....
Μόλις έβγαλε κάτω από την ποδιά του τα πόδια του να τα ζεσστάνει η στόφα εξαφανίστηκε και βρέθηκε να κάθεται πάλι μέσα στο κρύο με το καμμένο σπίρτο στο χχέρι του....
άναψε άλλο...φεγγοβόλησε και μόλις το φώς έπεσε πάνω στον τοίχο αυτός έγινε διαφανής...τώρα μπορούσε να βλέπει μέσα στο σπίτι....το τραπέζι ήταν στρωμένο με ένα ωραίο τραπεζομάντηλο και πάνω ήταν όμορφες πορσελάνες.....Σε μιά πιατέλα άχνιζε η ψητή χήνα με μήλα και δαμάσκηνα και....αυτό που συνέβαινε ήταν απίστευτο....η χήνα πήδηξε απο την πιατέλα και ήρθε στα πόδια του κοριτσιού.....αλλά το σπίρτο έσβησε πάλι και όλα χάθηκαν ......μόνο ο μαύρος τοίχος όπου ακουμπούσε έμεινε....
άναψε άλλο σπίρτο.....αυτή τη φορά βρέθηκε να κάθεται κάτω από ένα θαυμάσιο Χριστουγενιάτικο δέντρο....ήταν μεγαλύτερο και ωραιότερο από αυτό που είδε εκείνο το απόγευμα σε ένα πλούσιο μαγαζί.....χιλιάδες αναμένα κεράκια έλαμπαν στά κλαδιά του....και τόσο ωραίες ζωγραφιές....όπως αυτό που είχε δεί στο ίδιο μαγαζί....
Το κοριτσάκι άπλωσε τα χέρια του να τα πιάσει και τα σπίρτα κύλησαν από την ποδιά του.....όλα τα χριστουγενιάτικα κεράκια άρχισαν να ανεβαίνουν....και όλο να ανεβαίνουν.....μέχρι που γίνανε αστέρια....ένα από αυτά έπεσε....
-Κάποιος πεθαίνει.....σκέφτηκε το κοριτσάκι.....έτσι του είχε μάθει η γιαγιά του....το μόνο πρόσωπο στη ζωή του που το αγάπησε......Η γιαγιά του πάντα έλεγε.....όταν ένα αστέρι πέφτει, μια ψυχή πηγαίνει ψηλά....να βρεί το Θεό.....
Τώρα άναψε κι άλλο σπίρτο.....και αυτή τη φορά φάνηκε η γιαγιά του....την έβλεπε καθαρά να το κοιτάζει με αγάπη.....
-Γιαγιά!......φώναξε το κοριτσάκι.....Ω...σε παρακαλώ......πάρε με μαζί σου......ξέρω ότι θα χαθείς μόλις το σπίρτο σβήσει...θα χαθείς όπως χάθηκαν η ζεστή στόφα...η χήνα και το όμορφο Χριστουγενιάτικο δέντρο......
Βιαστικά άναψε ένα μάτσο σπίρτα....ήθελε τόσο πολύ να κρατήσει την εικόνα της γιαγιά του ακόμα.....το φώς από τα σπίρτα ήταν τόσο ζωηρό...σαν να ήταν μέρα...η γιαγιά ποτέ άλλοτε δεν του είχε φανεί τόσο μεγαλή και όμορφη...πήρε το κοριτσάκι στην αγκαλιά του και άρχισαν να ανεβαίνουν ψηλα....πολύ ψηλα....να πλησιάζουν ένα φώς που έβγαζε ευτυχία....μακριά από τη γη....όπου δεν υπήρχε πιά κρύο....πείνα και πόνος....γιατί ήταν κοντά στο Θεό.....
Το κρύο πρωϊνό βρήκε το κοριτσάκι μαζεμένο εκεί στη γωνία.....ανάμεσα στα δύο σπίτια με κόκκινα μάγουλα και ένα χαμόγελο πάνω στο νεκρό πρόσωπό του....είχε πεθάνει απο το κρύο το τελευταίο βράδυ της χρονιάς.....η καινούργια μέρα του νέου χρόνου βρήκε το κοριτσάκι εκεί με τα απομεινάρια από τα καμμένα σπίρτα στα χέρια του....
-Πρέπει να προσπάθησε να ζεσταθεί είπαν...κανείς δεν ήξερε τι όμορφα πράγματα είδα.....ούτε ότι έφτασε σε αυτό το όμορφο φώς με τη γιαγιά του όταν έσβηνε ο παλιός ο χρόνος.....
HANS CHRISTIAN ANDERSEN
ΕΚΔ: ΜΥΘΟΣ 1992
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου