ΟΙ ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΜΗΝΩΝ ΑΛΛΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΩΝ
ΣΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΑΥΤΗ ΘΑ ΔΩΣΟΥΜΕ αλφαβητικά τις ονομασίες διαφόρων μηνών των ελληνικών πόλεων, όπως έχουν βρεθεί από αντίστοιχες επιγραφές ή όπως τους περιγράφουν στα έργα τους αρχαίοι συγγραφείς. Επίσης, επειδή συνήθως οι μήνες ονομάζονταν από τις μεγάλες γιορτές που πανηγυρίζονταν κατά τη διάρκειά τους, θα αναφέρουμε και τις γιορτές που σχετίζονταν μ’ αυτούς.
Αγναίος είναι η ονομασία μήνα κάποιων ελληνικών πόλεων, και ειδικά της πόλης Άλος της Φθιώτιδας στο νότιο άκρο της πεδιάδας του Αλμυρού, όπως μαρτυρεί η αντίστοιχη επιγραφή που βρέθηκε εκεί (Rev. Arch. 1876, 256-7).
Αγριάνιος είναι μήνας του ημερολογίου της Επιδαύρου, της Ρόδου, της Κω, της Καλύμνου, του Βυζαντίου, της Μεσσήνης και άλλων ελληνικών πόλεων. Η ονομασία του βασίζεται στο επίθετο του Διονύσου Αγριώνιος. Για την αντιστοιχία του οι γνώμες των ειδικών διχάζονταν άλλοι τον αντιστοιχούν με τον Απρίλιο ή τον Μάιο, και άλλοι με τον Νοέμβριο ή τον Ιανουάριο. Πιθανώς η ονομασία του μήνα να σχετίζεται με τα Αγριάνια ή Αγράνια, γιορτή που ετελείτο στο Άργος προς τιμήν του Διόνυσου, αλλά και είδος μνημοσύνου για τις θυγατέρες του μυθικού βασιλιά του Άργους Προίτου. Σύμφωνα με τον μύθο, οι τρεις βασιλοπούλες μόλις έφτασαν σε ηλικία γάμου, επειδή περιφρόνησαν τις θυσίες του Διονύσου, καταλήφθηκαν από μανία και περιπλανιόνταν στα βουνά της Πελοποννήσου. Τελικά, οι δύο θεραπεύτηκαν από τον Μελάμποδα, ενώ η τρίτη σκοτώθηκε. Παρόμοια γιορτή ετελείτο στον Ορχομενό της Βοιωτίας με την ονομασία Αγριώνια, προς τιμήν του θεού Διονύσου και βασισμένη σ ένα παραπλήσιο μύθο για τις θυγατέρες του Μινύα. Έτσι, στη Βοιωτία ο αντίστοιχος μήνας ονομαζόταν Αγριώνιος. Η γιορτή των Αγριωνίων είχε επεκταθεί και σε άλλες πόλεις και περιοχές της Ελλάδας, όπως στη Θήβα, Κρήτη, Λέσβο, Χίο, που κατά κάποιο τρόπο δικαιολογεί την ονομασία κάποιου μήνα του έτους ως Αγριάνιο.
Άγυιος είναι η ονομασία του 5ου μήνα στην Κρήτη, από την προσωνυμία του Απόλλωνα του Αγυιέα, επίθετο του θεού Απόλλωνα που επόπτευε τις αγυιές (τους δρόμους) από τις οποίες έδιωχνε το κακό. Προς τιμήν του στήνονταν στους δρόμους μικρές κυλινδρικές στήλες με μυτερή απόληξη, στο μέσον των οποίων υπήρχε μια τρύπα, διαμέσου της οποίας οι πιστοί έριχναν λάδι στη στήλη σαν είδος σπονδής (θυσίας). Ο Άγυιος —κατά πάσα πιθανότητα— αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Γαμηλιώνα. Ο αντίστοιχος μήνας στο ημερολόγιο του Άργους ονομαζόταν Αγυιέος και ήταν αντίστοιχος προς τον αττικό Εκατομβαιώνα.
Με την ονομασία Αδρόμιος φέρεται ένας μήνας που χρησιμοποιούσαν μερικές πόλεις και χωριά της Αχαΐας, της Θεσσαλίας και της Φθιώτιδας. Ο Αδρόμιος έχει βρεθεί σε επιγραφές (IG, IX2 αριθ. Α6.63.219, 1. 102,7) και μάλλον ανήκε στο πρώτο εξάμηνο του έτους.
Ο μήνας Αθαναίος του ημερολογίου της Ήλιδας, αντίστοιχος του αττικού μήνα Μαιμακτηριώνα, τιμούσε τη θεά Αθηνά και προερχόταν από τη δωρική ονομασία της Αθαναία.
Στην αρχαία Επίδαμνο, όπως αναγράφεται σε επιγραφές, υπήρχε ένας μήνας με
την ονομασία Αλιοτρόπιος.
Σε επιγραφές της Κω και της Καλύμνου, καθώς και σε μια λαβή αμφορέα στη Ρόδο αναφέρεται ο μήνας Άλσειος. Υπάρχουν μόνο υποθέσεις για την αντιστοιχία του με το Ιουλιανό ημερολόγιο. Πιθανώς αντιστοιχούσε με τους μήνες Οκτώβριο/Νοέμβριο. Επίσης εικασίες υπάρχουν για την προέλευση της ονομασίας του. Κατ’ άλλους πήρε την ονομασία του από την επίκληση της θεάς Αθηνάς ως Αλσείας (από το άλσος), όπως βρέθηκε σε επιγραφή της Κω, ενώ άλλοι υποθέτουν ότι προέρχεται από την επίκληση του Απόλλωνα ως «αλσηνού».
Σε διάφορες επιγραφές αναφέρεται ο μήνας Αμάλιος του δελφικού έτους, που πιθανώς αντιστοιχούσε με τον αττικό μήνα Γαμηλιώνα.
Ο Απελλαίος ήταν ο δεύτερος μήνας του ημερολογίου της Μακεδονίας και μήνας του μηνολογίου των αρχαίων Αιολέων και Δωριέων. Ιδίως εντοπίζεται στα μηνολόγια της Σπάρτης και των Δελφών, όπου λεγόταν και «μήνας του Απόλλωνα». Αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Μαιμακτηριώνα και πιθανώς ανήκε στο πρώτο εξάμηνο του έτους. Ιδιαίτερα στους Δελφούς, ίσως να ήταν ο πρώτος μήνας του έτους.
Στο ημερολόγιο της Επιδαύρου ο Απελλαίος ήταν ο τελευταίος μήνας του έτους, αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Σκιροφοριώνα. Με παραπλήσια ονομασία ως Απελλαιών αναφέρεται μήνας του ημερολογίου των αρχαίων Τηνίων.
Προς τιμήν του θεού Απόλλωνα υπήρχε ο μήνας Απολλώνιος, που συναντάται σε πόλεις δωρικής και αιολικής καταγωγής. Χρησιμοποιείτο στην Ήλιδα, Θεσσαλία, Λέσβο, Δολίχη, Πύθιο της Περραιβίας και στο Ταυρομένιο της Σικελίας. Κατά πάσα πιθανότητα, αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Μεταγειτνιώνα.
Προς τιμήν του Αράτου (3ος π.Χ. αιώνας), του σπουδαίου Σικυώνιου στρατηγού της Αχαϊκής Συμπολιτείας, τελούνταν τα Αράτεια στη Σικυώνα δύο φορές το χρόνο. Η πρώτη στις 5 του σικυώνιου μήνα Δαίσιου, που αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Ανθεστηριώνα, ημερομηνία κατά την οποία απελευθερώθηκε η πόλη από την τυραννία (Σωτήρια), και η δεύτερη την ημέρα των γενεθλίων του Αράτου (Πλούτ., «Άρατος», 53).
Ο μήνας Άρειος του ημερολογίου της Βιθυνίας, αντίστοιχος του αττικού μήνα Σκιροφοριώνα, τιμούσε είτε τον Άρη, τον θεό του πολέμου, ή την Αρεία Αθηνά.
Ως Αρησιών ή Αρεσιών αναφέρεται ο πέμπτος μήνας του ημερολογίου της Δήλου.
Ο Αρεσιών αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Μαιμακτηριώνα.
Ο αντίστοιχος του Ανθεστηριώνα μήνας των Αργείων ονομαζόταν Αρνείος, επειδή κατά τη διάρκειά του γιορταζόταν η Αρνίς ή Αρνηίς, γιορτή που απέβλεπε στην προστασία και τη γονιμότητα των κοπαδιών. Κατά τη διάρκειά της οι Αργείοι θυσίαζαν και όσους σκύλους έπιαναν στην πόλη, και από αυτό το γεγονός η γιορτή ονομαζόταν και Κυνοφόντις (Αθήν. Γ’, 99). Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο Αρνείος αντιστοιχούσε στον μήνα Κάρνειο ή Καρνείο των Δωριέων, αν και αναφέρεται μήνας Κάρνειος στο μηνολόγιο των Αργείων. Άλλοι ερευνητές αναφέρουν ότι η Αρνίς, όπως και τα Κάρνεια προς τιμήν του Κάρνειου Απόλλωνα, ήταν κατάλοιπα αρχαίας προελληνικής λατρείας γονιμικής μαγείας, όπου ο θεός σύντροφος της μεγάλης Μητέρας Γης θανατώνεται την εποχή που αρχίζουν οι καύσωνες του καλοκαιριού —αυτό βέβαια με την προϋπόθεση ότι τόσο ο Αρνείος, όσο και ο Κάρνειος να αντιστοιχούν στον Ιούλιο/Αύγουστο— όταν ο Ήλιος βρίσκεται στον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός, για τον οποίο —και ιδιαίτερα για το λαμπρό αστέρι του, τον Σείριο— οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι προκαλεί αυτά τα φαινόμενα. Μια ανάλογη τελετή, όπως θα δούμε στον Β’ τόμο* της μελέτης μας, γινόταν στη Ρώμη, όπου κατά τα κυνικά καύματα θυσίαζαν σκύλους με ξανθωπό τρίχωμα στον Σείριο, για να απομακρύνουν, όπως πίστευαν, την επιδημία λύσσας που εμφανιζόταν αυτή την εποχή.
Ο μήνας Αρτεμισιών της Δήλου αντιστοιχούσε κατά πάσα πιθανότητα στον αττικό μήνα Μουνιχιώνα. Στη διάρκειά του γιορτάζονταν τα Αρτεμίσια προς τιμήν της Άρτεμης. Αναφέρεται επίσης ως Αρτεμίσιο ς στα ημερολόγια της Μακεδονίας, της Σπάρτης και των Δελφών, ως Αρταμίσιος στην Επίδαυρο, στη Ρόδο και στη Σικελία, και τέλος ως Αρτεμεισιών στο μηνολόγιο της Χίου, όπως γράφεται σε επιγραφές του νησιού. Τα Αρτεμίσια ή Αρτεμίτια ήταν γιορτή προς τιμήν της Άρτεμης, πολύ διαδεδομένη στον ελλαδικό χώρο. Αρτεμίσια τελούνταν στις Συρακούσες, στην Κυρήνη, στη Δήλο, και με μεγαλοπρέπεια στην Έφεσο, όπου ονομάζονταν Εφέσια. Κατά τη διάρκεια της γιορτής γίνονταν αγώνες και περιφερόταν με πομπή το άγαλμα της θεάς τυλιγμένο με δέρμα αγρίου ζώου, αφού η Άρτεμις ήταν η θεά του κυνηγιού. Την πομπή έκλεινε μια ομάδα κοριτσιών μεταμφιεσμένων σε νύμφες.
Μετά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το μακεδονικό ημερολόγιο εισήχθη σε πολλές χώρες της Ασίας και σε πολλές ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, όπου όμως υπέστησαν μεταβολές τόσο η σειρά των μηνών, όσο και η ονομασία τους. Έτσι, για παράδειγμα, ο Αυδυναίος, τρίτος μήνας του ημερολογίου των Μακεδόνων αναφέρεται ως Αυδναίος, Αυδωναίος, Αιδωναίος, Αυδουναίος και Αυτναίος (J. Kalleris, «Les Ancients Macedonies» ΙΙ, σ. 560 κ.ε.).
Ως Αφάμιος αναφέρεται ο ένατος μήνας του φωκικού ημερολογίου, που αντιστοιχεί στον 9ο δελφικό μήνα Ιλαίο, αφού και τα δύο ημερολόγια είχαν την αφετηρία τους στη χειμερινή τροπή του Ήλιου.
Ο Αφροδίσιος ήταν ο πρώτος μήνας και των δύο κυπριακών ημερολογίων κατά τους χρόνους του Αυγούστου. Με την ίδια ονομασία αναφέρεται ο ενδέκατος μήνας του ημερολογίου της Βιθυνίας, αντίστοιχος με τον αττικό μήνα Εκατομβαιώνα. Επίσης, ως Αφροδισιών αναφέρεται μήνας στα μηνολόγια της Μαγνησίας και της Ιασού. Όλοι αυτοί οι μήνες τιμούσαν τη θεά της ομορφιάς Αφροδίτη και κατά τη διάρκειά τους τελούνταν τα Αφροδίσια, γιορτές προς τιμήν της θεάς. Ο χαρακτήρας των Αφροδισίων σε ύλες τις πόλεις του ελλαδικού χώρου ήταν ο ίδιος, οι γιορτάζοντες παραδίδονταν στη χαρά και την απόλαυση της ηδονής, ενώ παράλληλα ετελούντο αγώνες και λαμπαδηφορίες.
Στο ημερολόγιο της Μυκόνου αναφέρεται ο μήνας Βακχιών, που αντιστοιχούσε με τον Ελαφηβολιώνα ή τον Ανθεστηριώνα του αθηναϊκού μηνολογίου.
Στο ημερολόγιο της Βιθυνίας αναφέρεται ο μήνας Βενδιδαίος, που πήρε την ονομασία του από τη θρακική θεά Βενδίδα. Ο Βενδιδαίος ήταν αντίστοιχος προς τον αττικό Ελαφηβολιώνα.
Ο πρώτος μήνας του θηβαϊκού ημερολογίου ονομαζόταν Βουκάτιος (Πλουτ. Πελ. 25). Αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Γαμηλιώνα και στον Αμάλιο του δελφικού ημερολογίου, όπου όμως ο Βουκάτιος ήταν όνομα άλλου μηνός. Κατά τη διάρκειά του ετελούντο τα Βουκάτια (βουν+καίνεσθαι = φονεύω), μια ονομασία που υποδηλώνει ότι κατά τη διάρκεια της γιορτής θυσιαζόταν ένας ταύρος. Ο μήνας αυτός αναφέρεται, εκτός από τη Βοιωτία, και στα μηνολόγια πολλών άλλων πόλεών της Στερεάς Ελλάδας. Έτσι αναφέρεται στα μηνολόγια της Χαιρώνειας, της Άμφισσας, του Ερεινεού και της Αιτωλίας, όπου υπήρχε και η πόλις Βουκάτιον.
Ο πέμπτος μήνας του ημερολογίου της Επιδαύρου ονομαζόταν Γάμος και, όπως δείχνει η ονομασία του, αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Γαμηλιώνα και στον Γαμίλιο, μήνα των Βουνείμων της Ηπείρου.
Γενέτιος ονομαζόταν ο έβδομος μήνας μερικών πόλεων της Φθιώτιδας. Κατά πάσα πιθανότητα, ο μήνας αυτός αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Ελαφηβολιώνα.
Ο όγδοος μήνας του ημερολογίου της Σπάρτης ονομαζόταν Γεράστιος ή Γεραίστιος (Θουκ. Δ’, 119). Αναφέρεται και στα μηνολόγια της Καλαβρίας, της Τροιζήνας και της Κω. Ο Γεράστιος αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Μουνιχιώνα και ίδια ήταν η αντιστοιχία του σε όλες τις πόλεις όπου ίσχυε η ονομασία του, εκτός από την Κω, όπου ο Γεράστιος ήταν μάλλον καλοκαιρινός μήνας αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Εκατομβαιώνα.
Η ονομασία του ίσως να οφείλεται στο Γεραίστιο, την πόλη της Αρκαδίας, όπου κατά την αρκαδική παράδοση είχε ανατραφεί ο Δίας από τις Γεραιστιάδες νύμφες.
Ο Γηφοριών ήταν μήνας του ημερολογίου της Ιασού (CIG 2679). Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Σκιροφοριώνα.
Ο έκτος μήνας του ημερολογίου της Άμφισσας ονομαζόταν Γιγάντιος και αντιστοιχούσε προς τον δελφικό Αμάλιο και τον αττικό Γαμηλιώνα. Γιγάντιος επίσης ονομαζόταν κάποιος μήνας του ημερολογίου της αχαϊκής Τιτείας, που αντιστοιχούσε στον αττικό Ποσειδεώνα. Όπως έχουμε αναφέρει, συνήθως οι μήνες ονομάζονταν από τις γιορτές που πανηγυρίζονταν κατά τη διάρκειά τους. Έτσι, λοιπόν, ίσως η ονομασία αυτή να έχει σχέση με τη χθόνια λατρεία των Γιγάντων, αν και στον ελληνικό χώρο δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι Γίγαντες απολάμβαναν θείων τιμών. Μία μόνο περίπτωση προσφερομένων θυσιών στη Βροντή, την Αστραπή και τη Θύελλα αναφέρεται από τον Παυσανία («Αρκαδικά», VIII, 29, 1) στην Αρκαδία, στον χώρο κοντά στον ποταμό Αλφειό, όπου κατά την παράδοση έγινε η Γιγαντομαχία.
Ένας μήνας άγνωστου ημερολογίου είναι ο Γορπείος, που κάποιο λεξικό αναφέρει ότι αντιστοιχούσε με τον Νοέμβριο του Ιουλιανού ημερολογίου. Οι ειδικοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι είναι παραφθορά του ονόματος του μακεδονικού μήνα Γορπιαίου. Ο Γορπιαίος ήταν ο ενδέκατος μήνας του μακεδονικού ημερολογίου, αντίστοιχος με τον αττικό μήνα Μεταγειτνιώνα (Αύγουστος/Σεπτέμβριος). Με τη διάδοση του μακεδονικού ημερολογίου σε διάφορες ελληνικές πόλεις διατήρησε την ονομασία του, όχι όμως και την αντιστοιχία του. Έτσι, σύμφωνα με το Ημερολόγιο της Φλωρεντίας (Hemerologium Floredinum), ο Γορπιαίος άρχιζε στην Έφεσο στις 25 Ιουλίου, στην Τύρο στις 19 Σεπτεμβρίου, στις αραβικές περιοχές στις 19 Αυγούστου και στη Γάζα στις 29 Αυγούστου. Στη Συρία αντιστοιχούσε στον Σεπτέμβριο, στη Σελεύκεια της Πιερίας στον Οκτώβριο και στη Σιδώνα στον Νοέμβριο του Ιουλιανού ημερολογίου. Με τον Γορπιαίο φαίνεται ότι σχετίζεται και ο Γόρφεος, μήνας που αντιστοιχούσε στον Σεπτέμβριο του Ιουλιανού ημερολογίου.
Οι «Γυμνοπαιδιαί» ήταν μεγάλη γιορτή των Σπαρτιατών, που γινόταν κάθε καλοκαίρι κατά τη διάρκεια του μήνα Φλειάσιου και κρατούσε πέντε ή—κατ’ άλλους— δέκα ημέρες. Αρχικά η γιορτή περιοριζόταν στον χορό μόνο γυμνών παιδιών στην αγορά, προς τιμήν του Πυθαέα Απόλλωνα, της Αρτέμιδας, της Λητώς και πιθανώς του Διονύσου. Αργότερα όμως περιέλαβε γυμναστικές επιδείξεις και αθλητικούς αγώνες. Τελικά, στις γυμνοπαιδιές έπαιρναν μέρος όλοι οι άντρες της πόλης σχηματίζοντας τρεις χορούς, που αντιπροσώπευαν τις τρεις ηλικίες στη ζωή του ανθρώπου. Ο χορός των γερόντων άρχιζε πρώτος λέγοντας: «άμες ποκ’ ήμες άλκιμοι νεανίαι», δηλαδή «εμείς κάποτε ήμαστε πολύ γενναίοι άντρες». Έπειτα ο χορός των αντρών απαντούσε καυχώμενος: «άμες δε γ’ ειμές· αί δε λής, αυγάζεο», δηλαδή «εμείς είμαστε τώρα και αν θέλεις, έλα να δεις». Ο τρίτος χορός, των εφήβων, έλεγε φανερή περηφάνεια: «άμες δε γ’ εσόμεθα πολλώ κάρρονες», δηλαδή «εμείς όμως θα γίνουμε πολύ δυνατότεροι» (Πλούτ. Ηθικά. «Τα παλαιά των Λακεδ. Επιτηδεύματα», 238, Α—Β. Πλούτ, Βίοι, Λύσανδρος, 21).
Ο Δαιδαφόριος ή Δαδοφόριος ήταν ο δεύτερος μήνας του ημερολογίου των Δελφών, που αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Ποσειδεώνα. Η ονομασία του, κατά πάσα πιθανότητα, προέρχεται από τη γιορτή των Δαιδαφορίων, που τελούνταν κατά τη διάρκειά του προς τιμήν του θεού Διονύσου. Ίσως όμως να πρόκειται για μία άλλη νυχτερινή γιορτή, που την περιγράφει ο Πλούταρχος.
Ο όγδοος μήνας του μακεδονικού έτους ήταν ο Δαίσιος, που αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Θαργηλιώνα (Πλούτ. Αλέξ. 16, Α’.75, Β’.76, 1). Ο Δαίσιος, όπως και οι άλλοι μακεδονικοί μήνες, καθιερώθηκε στα μηνολόγια πολλών ελληνικών πόλεων στην Ασία, μετά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλέξανδρου. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι βασιλείς της Μακεδονίας δεν άρχιζαν ποτέ πολεμική εκστρατεία κατά τον μήνα Δαίσιο, τον οποίον δεν θεωρούσαν αίσιο για πολεμικές επιχειρήσεις. Μήνας με την ίδια ονομασία, όπως είδαμε στα Αράτεια, αναφέρεται από τον Πλούταρχο στο ημερολόγιο της Σικυώνας (Πλούτ. Άρατ. 53, 3).
Ο Δαμάτριος ήταν ο δέκατος μήνας του βοιωτικού ημερολογίου και άλλων ελληνικών πόλεων, αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Πυανεψιώνα. Πιθανώς η ονομασία του να προέρχεται από το αρχαίο ρήμα δαματρίζω, που σημαίνει μαζεύω τα δημητριακά και συνδέεται έτσι και με τη μεγάλη θεά Δήμητρα, θεά της γεωργίας.
Ένας ανοιξιάτικος μήνας πολλών ελληνικών μηνολογίων ήταν ο Δελφίνιος ή Δελφίδιος, που πήρε την ονομασία του από τον Δελφίνιο Απόλλωνα, προστάτη των πλοίων και των ναυτιλομένων. Αναφέρεται στο ημερολόγιο της Σπάρτης και είναι αντίστοιχος με τον αττικό μήνα Θαργηλιώνα. Επίσης, τον συναντάμε στα μηνολόγια ορισμένων μόνο δωρικών πόλεων στα νησιά του Αιγαίου και ακόμα στην Αίγινα, Θήρα και στον Ολούντα της Κρήτης (Pauly-wisona, RE IV 2515 κ.ε.). Κατά τη διάρκεια του μήνα αυτού πανηγυρίζονταν τα Δελφίνια, προς τιμήν του Δελφινίου Απόλλωνα, που στην Αθήνα γιορτάζονταν την 6η και την 7η Μουνυχιώνα, προς τιμήν και της Δελφινίας Αρτέμιδος. Η επίκληση του Απόλλωνα ως Δελφίνιου, εκτός των άλλων, ίσως να οφείλεται στο ότι οι χιλιάδες προσκυνητές που έπλεαν προς τη Δήλο, για να προσκυνήσουν τα ιερά του θεού, «έβλεπαν» αυτόν στα δελφίνια που ακολουθούσαν τα πλοία τους και τους οδηγούσαν στο ιερό νησί του.
Κατά την παράδοση των Δελφών, τον χειμώνα με το κρύο και τη λιγοστή ηλιοφάνεια ο θεός Ήλιος, ο Φοίβος-Απόλλων, εξαφανιζόταν στη χώρα των Υπερβορείων. Έτσι, τους τρεις χειμερινούς μήνες —τον Δαιδαφόριο, τον Αμάλιο και τον Ποιότροπο ή Ποιτρόπιο— καλούσαν στους Δελφούς τον φωτεινό θεό από τη χώρα της εξορίας του. Μόλις έφτανε ο ανοιξιάτικος μήνας Βύσιος, την 7η ημέρα του οποίου γεννήθηκε ο θεός, πανηγύριζαν τα Θεοφάνια, τη γιορτή της επανόδου του και της «επιδημίας» του. Μετά τον Βύσιο ακολουθούσε ο Θεοξένιος, κατά τη διάρκεια του οποίου γιόρταζαν μια διπλή φιλοξενία. Οι Δελφοί φιλοξενούσαν τον προστάτη και πολιούχο θεό τους, και ο θεός φιλοξενούσε τους αθάνατους. Τον τρίτο μήνα της άνοιξης, τον Βουκάτιο, άρχιζαν οι μεγάλες και πλούσιες θυσίες και πανηγυρίζονταν τα Πύθια, με λιτανείες και ευχαριστήριες ακολουθίες. Στην περιγραφή μας αυτή του δελφικού ημερολογίου, δίνουμε και την άποψη άλλων ερευνητών, κατά τους οποίους ο Ποιτρόπιος ήταν πριν τον μήνα Βύσιο και αμέσως μετά ακολουθούσε ο Βουκάτιος.
Τα Δήλια ήταν μια μεγάλη γιορτή που γινόταν στη Δήλο σε ανάμνηση της γέννησης του Απόλλωνα και της Άρτεμης από τη Λητώ. Τα Δήλια τελούνταν κατά τον μήνα Ιερό του δηλιακού ημερολογίου, που αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Ανθεστηριώνα. Τότε ακριβώς στέλνονταν στο νησί οι «θεωρίες», ιερές αντιπροσωπείες που συνοδεύονταν από νέους και νέες για να γιορτάσουν με αγώνες, θυσίες και ύμνους τον Δήλιο Απόλλωνα. Οι αντιπροσωπείες αυτές, που στέλνονταν από τις άλλες πόλεις στη Δήλο, έδιναν μια ξεχωριστή μεγαλοπρέπεια στη γιορτή. Οι θεωρίες πολλών ελληνικών πόλεων μπορούσαν να φτάσουν στη Δήλο και κατά τη διάρκεια άλλων μηνών. Έτσι, τον δηλιακό μήνα Βουφονιώνα, αντίστοιχο του αττικού μήνα Βοηδρομιώνα, έφταναν στη Δήλο οι θεωρίες της Κω και της Καρύστου, ενώ τον Απατουριώνα, αντίστοιχο του αττικού μήνα Πυανεψιώνα, έφτανε η θεωρία της Σίφνου (Β.C.Η., 27, 1903, σ.72 κ.ε.). Κατά τον μήνα Ιερό οι Δήλιοι γιόρταζαν τα Απολλώνια, που ήταν ετήσια γιορτή, σε αντίθεση με τα Δήλια που τελούνταν ανά πέμπτο έτος (πενταετηρίς). Πολλοί συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η πανελλήνια «πετενταετηρίς» γιορτή των Δηλίων ετελείτο κατά τον μήνα Θαργηλιώνα, κατά τον οποίον, όπως πιστευόταν, είχαν γεννηθεί στη Δήλο από τη Λητώ ο Απόλλωνας και η Άρτεμις.
Ο μήνας Δημήτριος του ημερολογίου της Βιθυνίας, αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Μεταγειτνιώνα, τιμούσε τη Δήμητρα, θεά της γεωργίας.
Ως Διθυράμβιος αναφέρεται κάποιος μήνας θεσσαλικών πόλεων, όπως βρέθηκε από διάφορες επιγραφές (Αρχαιολ. Εφημ. 1911, σ. 130, αριθ. 65).
Ο μήνας Διονύσιος, προς τιμήν του θεού Διόνυσου, αναφέρεται στα μηνολόγια πολλών ελληνικών πόλεων, ιδιαίτερα στις δωρικές αποικίες του Βοσπόρου και του Πόντου. Ο Διονύσιος αναφέρεται σε επιγραφές που βρέθηκαν στην Άγκυρα, τη Χαλκηδόνα, τη Λοκρίδα, το Βυζάντιο, την Κρήτη και το Ταυρομένιο της Σικελίας. Επίσης αναφέρεται στην Πραισό της Κρήτης, στην Ταυρική χερσόνησο και αλλού, χωρίς όμως εκεί να είναι γνωστή η αντιστοιχία του με κάποιον μήνα του αττικού ημερολογίου. Στη Λοκρίδα αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Ποσειδεώνα. Στην Αιτωλία προς τον Γαμηλιώνα, στη Βιθυνία ήταν ο τέταρτος κατά σειρά μήνας του ημερολογίου της, που αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Ποσειδεώνα και, τέλος, στο Ταυρομένιο αντιστοιχούσε με τον αττικό μήνα Ανθεστηριώνα.
Ο Δίος ήταν ο πρώτος μήνας του μακεδονικού έτους, που πήρε το όνομά του από γιορτή Δία προς τιμήν του θεού Δία, η οποία ετελείτο στο Δίον της Πιερίας, θρησκευτικό κέντρο των Μακεδόνων. Ο μακεδονικός Δίος αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Πυανεψιώνα. Μετά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Δίος εισήχθη στα μηνολόγια πολλών ελληνικών πόλεων της Ασίας, διατηρώντας την ονομασία του, όχι όμως και τη σειρά του στο έτος. Έτσι, στο ημερολόγιο της Βιθυνίας ο Διός ήταν ο έκτος μήνας του έτους, αντίστοιχος προς τον αττικό Ανθεστηριώνα.
Ο Διόσθυος, μήνας των Ν.Α. Δωριέων, εκτός από τη Ρόδο όπου ήταν αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Μαιμακτηριώνα, απαντάται και στο ημερολόγιο της Σπάρτης τέταρτος μήνας του έτους, αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Ποσειδεώνα, καθώς και στην Ήλιδα αντίστοιχος προς τον αττικό Γαμηλιώνα.
Ένας μήνας που αναφέρεται στα μηνολόγια πολλών ελληνικών πόλεων ήταν ο Διοσκόριος ή Διοσκούριος ή Διοσκορίνθιος γνωστός από το Ημερολόγιο της Φλωρεντίας (Hemerologium Floredinum) και από το Β’ Βιβλίο των Μακκαβαίων (ΙΑ’, «έρρωσθε, έτους εκατοστού τεσσαρακοστού ογδόου, Διοσκορινθίου τετράδι εικάδι» (Υγιαίνετε. Έτος εκατοστόν τεσσαρακοστόν όγδοο τής χρονολογίας Σελευκιδών, εικοστή τετάρτη τού μηνός Διοσκορινθίου). Ειδικά στο ημερολόγιο της Κρήτης αναφέρεται ως ο έκτος μήνας του έτους με 31 ημέρες, αντίστοιχος ς τον αττικό μήνα Ανθεστηριώνα.
Σε μια συνθήκη του 2ου π.Χ. αιώνα, μεταξύ των Κρητικών πόλεων Πριανσού και Ιεράπυτνας, αναφέρεται ο μήνας Δρομήιος της Πριανσού, αντίστοιχος προς τον μήνα Ιμάλιο της Ιεράπυτνας (I.G. 3, III,4,5). Ο Ιμάλιος ή Ειμάν ήταν ο τέταρτος μήνας του Κρητικού ημερολογίου, αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Ποσειδεώνα. Αρκετοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο Δρομήιος υποδηλώνει την ύπαρξη κάποιας Κρητικής γιορτής με την ονομασία Δρομεία, αντίστοιχης με τα Εκδύσια της Φαιστού (Brause: Hermes 49, σ. 106). Άλλοι υποστηρίζουν ότι ο Δρομήιος τιμούσε τον θεό Ερμή, που έφερε την προσωνυμία Δρόμιος, ως θεός της παλαίστρας και του αγώνα του δρόμου, όπως αναφέρεται σε ανάθημα από την Πολυρρήνια της Κρήτης (I.G. 2, XXIII, 10), καθώς επίσης και σε διάφορα νομίσματα.
Ο Δύστρος, ο πέμπτος μήνας του μακεδονικού ημερολογίου, απαντάται σε κείμενα αρχαίων συγγραφέων, σε λεξικογράφους, σε επιγραφές και σε παπύρους. Δεν υπάρχει βέβαιη ετυμολογία του ονόματός του, το μόνο βέβαιο είναι ότι αντιστοιχούσε προς τον αττικό μήνα Ανθεστηριώνα.
Ως Ειλαίος ή Ιλαίος αναφέρεται μήνας του ημερολογίου των Δελφών, αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Εκατομβαιώνα.
Ο Ειραφιών είναι μήνας που υπάρχει σε επιγραφή που βρέθηκε στην Αμοργό (Bull. Corr. Hell. XVI, 276). Θεωρείται αντίστοιχος του αττικού μήνα Γαμηλιώνα και του ιωνικού Ληναιώνα, αφού αντιστοιχούσε στο χρονικό διάστημα από 21 Ιανουαρίου έως 19 Φεβρουαρίου. Σύμφωνα με τους ειδικούς επιστήμονες, η ονομασία του Ειραφιώνα σχετίζεται άμεσα με την επίκληση του Διονύσου Ειραφιώτη. Το επίθετο αυτό του θεού είναι αμφίβολης προέλευσης και σημασίας, και είναι ενδιαφέρουσες οι εκδοχές που παρουσιάζονται. Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι παράγεται από το «έριν φαίνειν», δηλαδή δημιουργεί έριδας, όπως κάνουν οι μεθυσμένοι, αφού ο Διόνυσος ήταν ο θεός του κρασιού. Κατ’ άλλους παράγεται από το «έριφος», εφ’ όσον ο Διόνυσος γεννήθηκε χωρίς μητέρα και ανατράφηκε από τις κατσίκες (έριφοι). Άλλοι θεωρούν ότι προέρχεται από το «έαρ φύω», που σχετίζεται με τη βλάστηση της άνοιξης, και άλλοι από το «ράπτω», εφ’ όσον ο Δίας, μετά την κατακεραύνωση της Σεμέλης, μητέρας του Διονύσου, έρραψε το έμβρυο στον μηρό του για να συμπληρωθούν οι 9 μήνες της κύησης. Μερικοί πάλι θεωρούν ότι προέρχεται από την τροφό Ερίφα ή Εριφέα, που ανέλαβε τη διατροφή του θεϊκού βρέφους, και τέλος κάποιοι άλλοι από την πόλη Ραφία της Παλαιστίνης, όπου κατά την παράδοση ο Διόνυσος πέρασε τα παιδικά του χρόνια.
Στην Ηλεία η Άρτεμις λατρευόταν με την επίκληση «ελαφία», και έτσι ο μήνας προς τιμήν της ονομάστηκε Ελάφιος (Παυσανίας, Ηλειακά, ΙΓ’, 11), που μάλλον αντιστοιχούσε στον αττικό μήνα Ελαφηβολιώνα. Κάθε χρόνο τη 19η του μηνός, οι μάντεις στην Ολυμπία μετέφεραν τη στάχτη από το πρυτανείο, την ανακάτευαν με νερό από τον Αλφειό ποταμό και στη συνέχεια με το μίγμα αυτό άλειφαν τον βωμό του Ολυμπίου Διός. Επίσης, κατά τη διάρκεια αυτού του μήνα ετελούντο στην Ολυμπία τα Κρόνια προς τιμήν του Κρόνου, ακριβώς τη νύχτα της εαρινής ισημερίας, οπότε και προσφερόταν από τους Βασιλείς, τους ιερείς του θεού, μεγαλοπρεπής θυσία.
Στο ημερολόγιο της πόλης Κνίδου της Μικράς Ασίας αναφέρεται ο μήνας Ελάφριος (Ditt. Sy II 2. 512, 85). Η ονομασία του οφείλεται στον Ελάφριο Δία, επίθετο με το οποίο λατρευόταν ο πατέρας των θεών στην Κρήτη και σε άλλες ελληνικές πόλεις.
Σε επιγραφή των Δελφών, ονομάζεται Ενδέκατος κάποιος μήνας του ημερολογίου των Φωκαέων, αντίστοιχος προς τον βοιωτικό Βουκάτιο και τον αττικό Γαμηλιώνα. Η ονομασία αυτή μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι σε μερικές ελληνικές πόλεις δεν υπήρχε ιδιαίτερη ονομασία των μηνών, αλλά γινόταν απλή αριθμητική διάκρισή τους.
Ο μήνας Ελευσίνιος της Σπάρτης, αντίστοιχος προς τον αττικό Ανθεστηριώνα, πήρε την ονομασία αυτή γιατί κατά τη διάρκειά του τελούνταν τα Μικρά Ελευσίνια.
Ο Ερμαίος ή Ερμείος ως μήνας αφιερωμένος στον Ερμή αναφερόταν στα μηνολόγια πολλών ελληνικών πόλεων, όπως στο Άργος, αντίστοιχος προς τον αττικό Γαμηλιώνα, στην Επίδαυρο, την Κρήτη και τη Βιθυνία, αντίστοιχος προς τον αττικό Πυανεψιώνα, στη Βοιωτία, αντίστοιχος προς τον αττικό Ανθεστηριώνα ή κατ’ άλλους προς τον αττικό Ελαφηβολιώνα, και στη Θεσσαλία αντίστοιχος με τον αττικό Θαργηλιώνα.
Κατά τη διάρκειά του γιορτάζονταν στην Αθήνα και σε άλλες ελληνικές πόλεις τα Ερμαία, με παλαιστικούς αγώνες και γυμνάσια. Στην Αλικαρνασσό ο αντίστοιχος μήνας ονομαζόταν Ερμαιών.
Στο ημερολόγιο των Λακώνων απαντάται ο μήνας Ηράσιος, όπως αναφέρει ο λεξικογράφος Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς (5ος μ.Χ. αιώνας). Ήταν ο δεύτερος μήνας του έτους και αντιστοιχούσε με τον αττικό μήνα Πυανεψιώνα. Η ονομασία του οφείλεται στη γιορτή της Ήρας τα Ηραία ή Ηράσια, που τελούνταν με μεγαλοπρέπεια στο Άργος, την Ήλιδα και τη Σάμο. Στο Άργος τα Ηραία τελούνταν ανά τετραετία στο μέσον του δεύτερου έτους κάθε Ολυμπιάδας και ήταν η επισημότερη από τις γιορτές της πόλης. Στην Ήλιδα πάλι ανά τετραετία τελούνταν τα Ηραία κατά το τέταρτο έτος κάθε Ολυμπιάδας, με αγώνες δρόμου παρθένων στο στάδιο της Ολυμπίας. Από τη γιορτή των Ηραίων ονομάστηκε Ηραίος ο δωδέκατος μήνας των Δελφών, αντίστοιχος με τον αττικό Πυανεψιώνα, και ο πρώτος μήνας των Βιθυνών, αντίστοιχος με τον αττικό Βοηδρομιώνα.
Τα Θεοδαίσια ήταν γιορτή των αρχαίων Ελλήνων αντίστοιχη προς τα Θεοξένια. Κατ’ αυτήν παρετίθεντο γεύματα προς τιμήν του Διονύσου, ο οποίος υπετίθετο ότι έπαιρνε μέρος σ’ αυτά, γι’ αυτό εκαλείτο Θεοδαίσιος. Στη γιορτή των Θεοδαισίων οφείλει την ονομασία του ο Κρητικός μήνας Θεοδαίσιος, αντίστοιχος προς τον αττικό Ελαφηβολιώνα.
Τα Θεοξένια ήταν γιορτή που ετελείτο κυρίως στους Δελφούς, προς τιμήν του Θεοξένιου Απόλλωνα. Κατά τη διάρκειά της υπετίθετο ότι ο εορταζόμενος θεός φιλοξενούσε και τους άλλους. Τα Θεοξένια πανηγυρίζονταν κατά τη διάρκεια του μήνα Θεοξένιου, αντίστοιχου προς τον αττικό μήνα Σκιροφοριώνα.
Τα Θεσμοφόρια ήταν γιορτή προς τιμήν της Δήμητρας της Θεσμοφόρου, η πιο διαδεδομένη και ίσως η αρχαιότερη από όλες τις ελληνικές γιορτές. Η γιορτή περιλάμβανε παρακλήσεις και συμβολισμούς που σχετίζονταν τόσο με τη γονιμότητα της γης, όσο και με την ευγονία και την πολυτεκνία των γυναικών.
Τα αθηναϊκά Θεσμοφόρια, όπως είδαμε στο αθηναϊκό ημερολόγιο, διαρκούσαν από την 9η μέχρι τη 13η Πυανεψιώνα.
Τα Θεσμοφόρια όμως πανηγυρίζονταν σχεδόν σε όλες τις ελληνικές πόλεις, και στη γιορτή αυτή οφείλει την ονομασία του ο Θεσμοφοριών, ο πρώτος μήνας του Κρητικού ημερολογίου, αντίστοιχος με τον αττικό Βοηδρομιώνα. Στο Ροδιακό και στο σικελικό μηνολόγιο υπάρχει ο μήνας Θεσμοφόριος, αντίστοιχος προς τον αττικό Πυανεψιώνα.
Ο μήνας Ιτώνιος του θεσσαλικού ημερολογίου, αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Γαμηλιώνα, τιμά την Αθηνά Ιτωνία.
Ληναιών ονομαζόταν μήνας του ημερολογίου των ιωνικών πόλεων της Μικράς Ασίας, που παρουσιάζεται όμως στα μηνολόγια και πολλών άλλων ελληνικών πόλεων, όπως της Δήλου, της Αμοργού, της Μυκόνου, της Ερέτριας, της Κυζίκου, της Λαμψάκου, της Περίνθου κ.ά.
Ο Ληναιών ήταν αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Γαμηλιώνα. Ο μήνας αυτός πήρε την ονομασία του από τα Λήναια, γιορτές προς τιμήν του Ληναίου Διονύσου, που τελούνταν κατά τη 12η ημέρα του, ενώ στην Αθήνα από την 9η έως την 11η του Γαμηλιώνα.
Το όνομα αυτό έφερε ο Διόνυσος επειδή, στο ιερό του —στο Λήναιον της Αθήνας— υπήρχε ληνός (πατητήρι), και επειδή τη βοήθεια —ειδικά του Ληναίου Διονύσου— ζητούσαν αυτοί, που στα πατητήρια πάταγαν τα σταφύλια.
Τα Λήναια στην Αθήνα τελούνταν με πομπή υπό την ηγεσία του άρχοντα-βασιλιά, και τότε ψαλλόταν ο πανηγυρικός ύμνος του Διονύσου, που άρχιζε με την προσφώνηση: «Σεμέλ’ Ίακχε πλουτοδότα». Η πομπή κατέληγε στο Λήναιο και εκεί θυσιαζόταν τράγος, ενώ ο χορός γύρω από τον βωμό έψελνε διθυραμβικές ωδές στον θεό Διόνυσο.
Ο μήνας Παρθένιος του ημερολογίου της Ήλιδας, αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Βοηδρομιώνα, τιμούσε την παρθένα θεά Αθηνά.
Στην Αιολίδα, κατά τον μήνα Παρνοπίωνα, λάτρευαν τον Απόλλωνα Παρνόπιο, προστάτη των αγρών από τις ακρίδες.
Κατά πάσα πιθανότητα, ο μήνας Στράτειος του ημερολογίου της Βιθυνίας, αντίστοιχος προς τον αττικό μήνα Μουνιχιώνα, τιμά τον θεό Δία ή τον Άρη, από το επίθετό του Στράτιος που σημαίνει στρατιωτικός, πολεμικός.
Λίγο μακρύτερα από την κυρίως Ελλάδα, οι ελληνικές αποικίες της Σικελίας (Μεγάλη Ελλάδα), κατά τους ανοιξιάτικους και φθινοπωρινούς μήνες, είχαν καθιερώσει γιορτές προς τιμήν της θεάς Δήμητρας, προστάτιδας του νησιού: τα Ανθεσφόρια, τα Θεογάμια, τα Ανακαλυπτήρια, τα Κόρεια και τα Θεσμοφόρια, στα οποία κοινή ήταν η λατρεία και της Περσεφόνης.
Άλλωστε, ο μύθος της Δήμητρας και της Περσεφόνης σχετίζεται με την αναγέννηση της φύσης. Ο ποιητικός μύθος της Περσεφόνης, που περνούσε διαδοχικά τους έξι μήνες του έτους με τη μητέρα της και τους άλλους θεούς στον πάνω κόσμο, και τους υπόλοιπους έξι με τον σύζυγό της τον Πλούτωνα στον κάτω κόσμο, ουσιαστικά συμβολίζει τη διαδοχή της άνοιξης και του καλοκαιριού, οπότε αναγεννάται η φύση και αναδημιουργείται η ζωή σε αντιδιαστολή με τον άγριο χειμώνα, τότε που η ζωή ατονεί και η φύση βρίσκεται στη χειμερία νάρκη της.
Τέλος, οι Ρωμαίοι τιμούσαν κι αυτοί τη θεά Δήμητρα, την οποία ονόμαζαν Cares, ενώ Carealia ονομαζόταν η γιορτή της που ετελείτο την περίοδο της άνοιξης.
Εκτός από τις τοπικές, υπήρχαν και τέσσερις μεγάλες πανελλήνιου χαρακτήρα γιορτές: τα Ολύμπια στην Ολυμπία, τα Ίσθμια στην Κόρινθο, τα Πύθια στους Δελφούς και τα Νέμεα στη Νεμέα.
Τα Ολύμπια ήταν η επισημότερη από τις τέσσερις εθνικές γιορτές των αρχαίων Ελλήνων. Η γιορτή αυτή ετελείτο στην Ολυμπία και τιμούσε τον Ολύμπιο Δία με πανελλήνιους αγώνες (επίσημα από το 776 π.Χ.). Από την 30η Ολυμπιάδα (656 π.Χ.) άρχισαν —κατ’ απομίμηση— να γιορτάζονται Ολύμπια και στην υπόλοιπη Ελλάδα, ενώ από την 40η Ολυμπιάδα (616 π.Χ.) καθιερώθηκαν και από τους Έλληνες της Μικρής Ασίας και της Μεγάλης Ελλάδας. Τα Ολύμπια και τους Ολυμπιακούς αγώνες θα τους δούμε αναλυτικά σε ιδιαίτερη ενότητα.
Η μεγαλοπρεπέστερη —μετά τα Ολύμπια— εθνική γιορτή ήταν τα Ίσθμια προς τιμήν του θεού Ποσειδώνα στον Κορινθιακό ισθμό, απ’ όπου πήρε την ονομασία της. Η γιορτή ιδρύθηκε από τον Σίσυφο προς τιμήν του Μελικέρτη, ενώ από την εποχή του Θησέα η γιορτή ετελείτο προς τιμήν του θεού Ποσειδώνα. Από τη 19η Ολυμπιάδα (700 π.Χ.) τα Ίσθμια πανηγυρίζονταν ανά τρία έτη, στο πρώτο και στο τρίτο έτος εκάστης Ολυμπιάδας. Τα Ίσθμια του πρώτου έτους πανηγυρίζονταν στον αττικό μήνα Εκατομβαιώνα, ενώ εκείνα του τρίτου έτους στον Μουνυχιώνα ή τον Θαργηλιώνα.
Τα Πύθια τελούνταν προς τιμήν του Πύθιου Απόλλωνα στο ιερό του θεού στους Δελφούς. Αρχικά τα Πύθια ήταν επιτάφιος μουσικός αγώνας προς τιμήν του Δράκοντα Πύθωνα, τέκνου της Γης.
Διεξάγονταν ανά οκταετία σε ανάμνηση της οκταετούς εξορίας του Απόλλωνα στην χώρα των Υπερβορείων για τον φόνο του Πύθωνα. Αργότερα, μετά από πρόταση των Αμφικτυόνων, τα Πύθια μετατράπηκαν σε πεντετηρικούς εθνικούς αγώνες και εμπλουτίστηκαν με γυμνικούς και ιππικούς αγώνες. Τα Πύθια διαρκούσαν πέντε ημέρες και διεξάγονταν το τρίτο έτος εκάστης Ολυμπιάδας στον δελφικό μήνα Βουκάτιο, αντίστοιχο προς τον αττικό Μεταγειτνιώνα. Τα Πύθια ως εθνική γιορτή άρχισαν να τελούνται από την 49η Ολυμπιάδα, δηλαδή από το 580 π.Χ. Από το έτος αυτό αρχίζει και η χρονολογία των Πυθιάδων —το διάστημα εκάστης τετραετηρίδας κατά την οποία γιορτάζονταν τα Πύθια. Τα Πύθια, όπως και τα Ολύμπια, καταργήθηκαν το 393 μ.Χ.
Τα Νέμεα ή τα Νέμεια ήταν πανελλήνιοι αγώνες, που τελούνταν επίσημα από την 50η Ολυμπιάδα (576 π.Χ.) στη Νεμέα ανά διετία, στο δεύτερο και τέταρτο έτος εκάστης Ολυμπιάδας κατά τον μήνα Σκιροφοριώνα ή Εκατομβαιώνα. Κατά τον Σχολιαστή του Πίνδαρου, τα Νέμεα ιδρύθηκαν από τον Ηρακλή σε ανάμνηση του πρώτου άθλου του, όταν σκότωσε δηλαδή το λιοντάρι της Νεμέας, ή προς ανάμνηση του θανάτου του μικρού Οφέλτου, ηγεμόνα και ιερέα της Νεμέας. Οι αγώνες διαρκούσαν πολλές ημέρες, κατά τις οποίες επιβαλλόταν εκεχειρία.
Κάθε ελληνική, λοιπόν, πόλη είχε διαφορετικό ημερολόγιο. Όλα τα ελληνικά ημερολόγια, μέχρι τη ρωμαϊκή περίοδο, ήταν σεληνιακά και διατηρούσαν προσεγγιστικά μια σταθερή σχέση με τις εποχές του έτους, χρησιμοποιώντας —όταν ήταν απαραίτητο— έναν δέκατο τρίτο εμβόλιμο μήνα (σεληνοηλιακά ημερολόγια). Συνήθως, όμως, η παρεμβολή του εμβόλιμου μήνα γινόταν από τους τοπικούς άρχοντες, και ως εκ τούτου ήταν διαφορετική για τα διάφορα ημερολόγια, εκτός του γεγονότος ότι ήταν και ακανόνιστη. Επίσης, διαφορετική ήταν και η αφετηρία του έτους για τα διάφορα ελληνικά ημερολόγια. Στον πίνακα που ακολουθεί, δίνονται τα μηνολόγια των κυριοτέρων πόλεων και περιοχών της αρχαίας Ελλάδας.
http://www.e-istoria.com/2.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου