Τετάρτη 29 Ιουνίου 2011

~ * Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον είμαστε κιόλας νεκροί. * ~






Ατ τ στέρι εναι γι λους μας

Να γαπημένη μου,
μες γι᾿ ατ τ λίγα κι πλ πράγματα πολεμ
με
γι
ν μπορομε ν χομε μία πόρτα, ν᾿ στρο, να σκαμν

να χαρούμενο δρόμο τ πρω
να ρεμο νειρο τ βράδι.
Γι
νά χουμε ναν ρωτα πο ν μ μς τ
ν λερώνουν
να τραγούδι πο ν μπορομε ν τραγουδμε
μως ατο σπνε τς πόρτες μας
πατ
νε πάνω στν
ρωτά μας.
Πρ
ν πομε τ
τραγούδι μας
μ
ς σκοτώνουν.
Μς φοβονται κα μς σκοτώνουν.
Φοβο
νται τν οραν πο
κοιτάζουμε
φοβο
νται τ πεζούλι πο κουμπ
με
φοβο
νται τ δράχτι τς μητέρας μας κα τ λφαβητάρι το παιδιο
μας
φοβο
νται τ χέρια σου πο ξέρουν ν γγαλιάζουν τόσο τρυφερ

κα
ν μοχτον τόσο ντρίκια
φοβο
νται τ λόγια πο λέμε ο δυό μας μ φων
χαμηλωμένη
φοβο
νται τ λόγια πο θ λέμε αριο λοι μαζ

μ
ς φοβονται, γάπη μου, κα ταν μς σκοτώνουν
νεκρο
ς μς φοβονται πι πολύ.


 




ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΣ ΑΝΕΜΟΣ

Καποτε θα εγκαταλειψω ολες τις προσδοκιες μου για να γεννηθει
ενας λογος αληθινος
οι νυχτες μου αγρυπνησαν πανω στο στηθος των αγαλματων
κι εξαφνα ενας τρελος φωναζε κι εβγαινε ο κουκος του φεγγαριου
ειμαι λυπημενος σαν μια μικρη αρρωστη που της αρνηθηκαν τον
κηπο
και φυσικα ερχοταν απο πολυ μακρια οπως καθε κινδυνος
ενω το γελιο της γυναικας κελαρυζε απαλα σαν βυζαντινο
τροπαιο
παιδικες ικεσιες γραμμενες στον ανεμο
ω λησμονια.........




Nα σε καρφώσουν στο σταυρό ή να σταυρωθείς
πάνω σ'αυτό το τίποτα που υπήρξες
είναι ο ίδιος δρόμος, έρημος κι ακατανόητος,
ανάμεσα στα λιγοστά δέντρα και τη νύχτα που κατεβαίνει.

Τι ζητούσαν, λοιπόν, σε τι είχα φταίξει,
εμένα το μόνο μου έγκλημα ήταν ότι δεν μπόρεσα να μεγαλώσω,
κυνηγημένος πάντα, που να βρείς καιρό, έτσι έμεινα εύπιστος
κι αγκάλιαζα το κρύο σίδερο της γέφυρας.
Ενω απο το βάθος, μακριά, με κοίταζε σαν ξένο
η πιο δική μου ζωή.
Εκείνη τη νύχτα άδειασα τόσο,
που όταν μου πέταξαν το μαχαίρι
δε βρήκε πουθενά να καρφωθεί.



Τάσος Λειβαδίτης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου