Μην περιμένεις να σου πώ κανένα μακρόσυρτο παραμύθι σαν του Αλκίνοου....θα σου πώ το παραμύθι ενός γενναίου ανθρώπου του Ηρός του γιού του Αρμένιου,από το γένος των Παμφίλων....Ο άνθρωπος αυτός σκοτώθηκε στον πόλεμο, κι όταν τη δέκατη μέρα σήκωσαν τους νεκρούς, σε αποσύνθεση πιά, αυτόν τον βρήκαν άθικτο...τον πήγαν στον τόπο του για να τον θάψουν, και τη δωδέκατη μέρα από το θάνατό του, εκεί που τον είχαν πάνω στην πυρά, αυτός ξαναζωντάνεψε και γυρίζοντας πάλι στη ζωή , ανιστορούσε τα όσα είχε δεί....
Είπε ότι σαν βγήκε η ψυχή του, πορεύτηκε με άλλους πολλούς κι έφτασε σε ένα τόπο τόσο δαιμονικό....όπου υπήρχαν δύο ανοίγματα της γής....δίπλα-δίπλα το ένα με το άλλο...και απέναντί τους απάνω στον ουρανό άλλα δύο....Ανάμεσα σε αυτά κάθονταν δικαστές οι οποίοι κάθε φορά που τελείωναν τη δίκη.....τους μέν δίκαιους τους πρόσταζαν να ακολουθήσουν το δρόμο που έβγαζε πρός τα δεξιά και πρός τα επάνω μέσα από τον ουρανό, αφού προηγουμένος τους κρεμούσαν πάνω στο στήθος σημάδια τηςαπόφασης που είχαν βγάλει......ενώ τους άδικους τους έστελναν από το δρόμο που ήταν αριστερά και οδηγούσε πρός τα κάτω......κι είχαν κι αυτοί κρεμασμένα πίσω τους σημάδια γιά όλα όσα έπραξαν......
Όταν παρουσιάστηκε κι αυτός στους δικαστές.....του είπαν ότι έπρεπε να γίνει αγγελιοφόρος και να πεί στους ανθρώπους τι συνέβαινε εκεί......και του έδωσαν εντολή να ακούει και να κοιτάει με προσοχή τα πάντα σε εκείνον τον τόπο.......
Είδε έτσι εκεί τις ψυχές που έφευγαν μέσα από τα δύο ανοίγματα του ουρανού και της Γής ,αφού πιά είχαν κριθεί....ενώ στά άλλα δύο ανοίγματα έβλεπε άλλες ψυχές , από το ένα να ανεβαίνουν , φεύγοντας από τη Γή λερωμένες και βουτηγμένες στη σκόνη κι από το άλλο άλλες ψυχές να κατεβαίνουν από τον ουρανό καθαρές....Και οι ψυχές που έφταναν κάθε φορά έδιναν την εντύπωση πως έρχονταν από τόπο μακρυνό και με ευχαρίστηση τραβούσαν κατά το λιβάδι κι εκεί κατασκήνωναν , όπως σε ένα πανηγύρι και χαιρετούσαν η μία την άλλη....όσες γνωρίζονταν ....κι αυτές που ερχόντουσαν από τη Γή ζητούσαν να μάθουν από τις άλλες για τα πράγματα εκεί....κι εκείνες πάλι που έρχονταν από τον ουρανό ρωτούσαν τις άλλες για τα δικά τους.....
Κι εξιστορούσαν οι μέν στις δε.....άλλες κλαίγοντας κι οδυρόμενες καθώς ξαναθυμούνταν όσα είδαν κι έπαθαν στην πορεία τους κάτω από τη Γή.....κι η πορεία αυτή είχε κρατήσει χίλια χρόνια......κι οι άλλες πάλι που έφθαναν από τον ουρανό και διηγούνταν όσα ευχάριστα δοκίμασαν εκεί και την άφατη ομορφιά που είχαν αντικρύσει............
Ήταν πολλά πράγματα Γλαύκων και θα έπαιρνε χρόνο πολύ για να τα διηγηθεί κανείς ....το πιό σπουδαίο όμως που είπε είναι με ένα λόγο...τούτο.....
Γιά όσες αδικίες διέπραξαν καθένας τους.....και για όσους αδίκησαν ....πλήρωσαν για όλα με την τιμωρία που έπρεπε δέκα φορές το κάθε ένα....που πάει να πεί για κάθε εκατό χρόνια......γιατί τόσο είναι το διάστημα της ανθρώπινης ζωής......ώστε το τίμημα που κατέβαλαν να είναι δεκαπλάσιο από το αδίκημα.....Αν κάποιοι π.χέγιναν αιτία για το θάνατο πολλώνανθρώπων...είτε επειδή πρόδωσαν πολιτείε ή στρατόπεδα....είτε επειδή είχαν ρίξει ανθρώπους στη σκλαβιά ή ήσαν συνένοχοι για κάποια άλλη δυστυχία...για όλα αυτά έλεγε....πλήρωναν με δεκαπλάσια οδύνη για το κάθε τους κρίμα, κι από την άλλη αν είχαν κάνει κάποιες καλοσύνες κι είχαν φανεί δίκαιοι και γεμάτοι σεβασμό απέναντι στους Θεούς....έπαιρναν την ίδια αναλογία με την ανταμοιβή τους.....
Έλεγε επείσεις και κάτι άλλο για όσους πέθαιναν μόλις γεννήθηκαν και για όσους έζησαν λίγο.....αλλά δεν αξίζει να αναφερθούμε σε αυτά......Και για την ασέβεια ή το σεβασμό απέναντι στους Θεούς και τους γονείς καθώς και για όσους σκότωσαν με τα ίδια τους τα χέρια οι αντίστοιχες πληρωμές έλεγε, είναι ακόμη πιό μεγάλες......
Έλεγε μάλιστα πως μπροστά του κάποιος ρωτούσε κάποιoν άλλο που ήταν ο πολύς ο Αριδαίος..........Ο Αριδαίος αυτός υπήρξε τύρρανος μιάς πόλης της Παμφιλίας ....πάνε χίλια χρόνια από τότε.....είχε σκοτώσει τον γέροντα πατέρα του και τον μεγαλύτερο αδερφό του κι είχε διαπράξει όπως έλεγαν ....και άλλα πολλά ανοσιουργήματα.....Είπε λοιπόν ότι ο άνθρωπος που ρωτήθηκε απάντησε πως:....." Δεν έχει έλθει ο Αριδαίος και ούτε πρόκειτε να έλθει.....Γιατί πραγματικά ήταν κι αυτό ένα από τα φοβερά πράγματα που είδαμε.....Εκεί που είμαστε κοντά στο στόμιο έτοιμοι να βγούμε απάνω,και τα παθήματα μας όλα είχαν πάρει τέλος...τον είδαμε ξαφνικά αυτόν και μερικούς άλλους που οι περισσότεροί τους υπήρξαν τύραννοι....ήσαν επίσεις μαζί τους και ορισμένοι ιδιώτες απο αυτούς που είχαν διαπράξει μεγάλα ανομήματα....Φαντάζονταν ότι θα ανέβαιναν πιά κι αυτοί ....το στόμιο όμως δεν τους δεχόταν αλλά μούγκριζε κάθε φορά που κάποιος από εκείνους τους αχρείους ή από όσους δεν είχαν τιμωρηθεί αρκούντος για τα κρίματα τους επιχειρούσε να βγεί επάνω.........
Εκεί πιά...είπε.....άνδρες αγριωποί που φάνταζαν σαν γλώσσες φωτιάς και στέκονταν πλάϊ στο άνοιγμα....ακούγωντας το μουγκριτό...άλλους τους έπιαναν και τους τραβούσαν ....τον Αριδαίο όμως και μερικούς άλλους αφού τους έδεναν χειροπόδαρα....μαζί με το κεφάλι ....τους τραβούσαν κατάχαμα και τους έγδερναν...έπειτα τους τράβηξαν έξω απο το πλάι του δρόμου σέρνοντάς τους πάνω στους ασπάλαθους....κι εξηγούσαν κάθε φορά στους περαστικούς γιατί το έκαναν αυτό και ότι τους πήγαιναν να τους ρίξουν στον Τάρταρο....."
Κι από τους πολλούς φόβους είπε που είχαν δοκιμάσει, ο μεγαλύτερος ήταν μήπως και ακουγόταν εκείνο το μουγκριτό την ώρα του καθενός τους που θα προσπαθούσε να βγεί....και ήταν μεγάλη η χαρά να'ναι το μουγκριτό σταματημένο καθώς θα ανέβαιναν επάνω....Αυτές περίπου είπε ήσαν οι ποινές και οι τιμωρίες και οι ανταμοιβές ανάλογες.........
Όταν οι ομάδες κάθε μία χωριστά συμπλήρωναν επτά μέρες παραμονής στο λιβάδι,υποχρεωτικά την όγδοη ημέρα σηκώνονταν από κει και ξεκινούσαν μια πορεία και την τέταρτη ημέρα έφταναν σε ε΄να σημείο από όπου αντίκρυζαν να απλώνεται από ψηλά ένα φώς ίσιο σαν κολώνα...το οποίο έμοιαζε με το ουράνιο τόξο μόνο που ήταν πιο καθαρό και πιο φωτεινό.....
Για το αδράχτι έλεγε ότι περιστρεφόταν πάνω στα γόνατα της Ανάγκης.....Επάνω σε κάθε κύκλο στεκόταν κι απο μία Σειρήνα.....Και υπήρχαν άλλες τρείς καθισμένες γύρω - γύρω σε ίσες αποστάσεις ....κάθε μιά σε ένα θρόνο....θυγατέρες της Ανάγκης......Μοίρες ντυμένες στα άσπρα , φορόντας στέμμα στο κεφάλι ....η Λάχεση, η Κλωθώ , η Άτροπος και τραγουδούσαν πάνω στη μελωδία των Σειρήνων......η Λάχεση τα περασμένα....η Κλωθώ τα τωρινά και η Άτροπος τα μελλούμενα,,,,,Κι η Κλωθώ αγγίζοντας από καιρό σε καιρό με το δεξί της χέρι το αδράχτι στο εξωτερικό χείλος του, βοηθούσε στην περιστροφή.......ενώ η Άτροπος με το αριστερό της έκανε το ίδιο για τις εσωτερικές περιστροφές....η Λάχεση πάλι πότε με το ένα πότε με το άλλο χέρι βοηθούσε άλλοτε την εσωτερική και άλλοτε την εξωτερική περιστροφή......Αυτοί λοιπόν ....όπως έλεγε.....σαν έφθαναν εκεί έπρεπε υποχρεωτικά να πάνε στη Λάχεση......Και τότε ένας προφήτης , αφού πρώτα τους έβαλε να παραταχθούν με τάξη , πήρε έπειτα από τα γόνατα της Λάχεσης κλήρους και παραδειγματα βίων κι ανεβαίνοντας σε ένα ψηλο βήμα φώναξε:...... " Της κόρης Λάχεσης ...θυγατέρας της Ανάγκης...είναι τούτος ο λόγος......Ψυχές της μιας μέρας , αρχίζει για το θνητό γένος άλλος ένας κύκλος με κατάληξη το θάνατο............Όποιανού λάχει ο πρώτος κλήρος ...αυτός πρώτος να διαλέξει τη ζωή που αναγκαστικά θα ζήσει.....Δεν έχει δεσπότη η αρετή.....ανάλογα αν τη τιμά κανείς ή την περιφρονεί θα είναι και το πιό μεγάλο ή το πιό μικρό το μετρικό του επάνω της....Η Ευθύνη είναι αυτουνού που διαλέγει......ο Θεός δεν έχει ενοχή......"
Και σε αυτό το σημείο καθώς αφηγήτο ο αγγελιοφόρος από τον άλλο κόσμο, είπε ο προφητης τούτα τα λόγια:....." Ακόμη και σε εκείνον που θα παρουσιαστεί τελευταίος , άν κάνει την επιλογή του με λογισμό και γνώση , και ζήσει με αυστηρότητα , του επιφυλάσσεται μια ζωή ανεκτή.....όχι κακή.....Μήτε λοιπόν ο πρώτος που θα διαλέξει να'ναι ανέμελος....μήτε ο τελευταίος να χάνει το κουράγιο του......"
Όταν λοιπόν όλες οι ψυχές είχαν διαλέξει τις ζωές τους με τη σειρά που όριζε ο κλήρος τους πήγαν μπροστά στη Λάχεση εκείνη έδινε στη κάθε μια ψυχή το συνοδό που η ίδια είχε επιλέξει για να την συνοδεύει ως φύλακας στη ζωή και να εκπληρώνει τις επιλογές της....εκείνος οδηγούσε την ψυχή στην Κλωθώ για να επικυρώσει με το χέρι της και με μια περιστροφή του αδραχτιού τη μοίρα που είχε διαλέξει η ψυχή κατά τη σειρά που της έλαχε...κι αφού αυτή άγγιζε το αδράχτι ...την έφερνε αμέσως μετά εκεί που έγνεθε η Άτροπος , κάνοντας έτσι αμετάστροφα όσα είχε κλώσει η Κλωθώ........Κι από κεί χωρίς να γυρίζει κανείς να κοιτάξει πίσω, πήγαιναν και περνούσαν κάτω από το θρόνο της Ανάγκης και μόλις περνούσαν και οι άλλοι ...όλοι μαζί τραβούσαν κατά την πεδιάδα της Λήθης μέσα σε μια φοβερή λάβρα που σου έφερνε πνίξιμο γιατί δεν υπήρχαν εκεί δέντρα κι όλα όσα αναδίδει η γη.......Σαν βράδιασε κατασκήνωσαν στις όχθες του ποταμου Αμέλητα ....που το νερό του κανένα δοχειο δεν μπορεί να το κρατήσει.....Όλοι υποχρωτικά πίνουν μια ορισμένη ποσότητα, μερικοί όμως δεν έχουν τη φρόνηση να κρατηθούν και να μην πιούν περισσότερο....και πίνοντας ένας - ένας ξεχνούσε τα πάντα....Όταν κοιμήθηκαν πήγε πιά μεσάνυχτα....μια βροντή ακούστηκε κι έγινε σεισμός και ξαφνικά άρχισαν απο 'κεί να πετάγονται πρός τα πάνω σαν αστροβολίδες ....άλλος εδώ....άλλος αλλού ...κατά'κει που θα άρχιζαν τη νέα ζωή τους.....Από που και πως ξαναγύρισε στο σώμα του δεν το ήξερε...είπε......αλλά ξαφνικά ανοίγοντας τα μάτια του είδε πως ήταν πρωϊ και πως ήταν ξαπλωμένος απάνω στην πυρά.........
Κι έτσι Γλαύκων ....η ιστορία αυτή διασώθηκε και δεν χάθηκε και θα μπορούσε να μας σώσει κι εμάς .....αν την πιστέψουμε και θα διαβούμε τοτε καλά το ποτάμι της Λησμονιάς και δεν θα λερωθεί η ψυχή μας....
ΠΛΆΤΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
ΕΚΔ: ΠΟΛΙΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου